Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εφημερίδες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εφημερίδες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

20 Μαρτίου, 2023

Γιατί ο τάφος της Βεργίνας ανήκει στον βασιλέα της Μακεδονίας Φίλιππο Β’

 

Νίκος Μάρτης

Βήμα,10 Ιανουαρίου 1999

 

 Ο τάφος της Βεργίνας, ο μεγαλύτερος και ασύλητος μακεδονικός τάφος με τα συγκλονιστικά αρχαιολογικά ευρήματα και ως τάφος βασιλέως της Μακεδονίας (Φιλίππου Β’), εχαρακτηρίσθη η σημαντικότερη αρχαιολογική ανακάλυψη του αιώνα.Ο τάφος διήγειρε το παγκόσμιον ενδιαφέρον ερευνητών, το οποίο όμως εντοπίστηκε «εις την ταυτότητα του νεκρού, παρά τη δήλωση του αειμνήστου Ανδρόνικου ότι το πιο σημαντικό είναι τα ευρήματα του τάφου» (σελ. 227 του βιβλίου του «Βεργίνα»).Η Αμερικανίδα Ρ. Lehmann και ορισμένοι άλλοι ξένοι διατύπωσαν αντιρρήσεις ως προς την ταυτότητα του νεκρού και υπεστήριξαν ότι ο νεκρός είναι του βασιλέως Φιλίππου του Αρριδαίου και όχι του Φιλίππου Β’.

Ο καθηγητής Ανδρόνικος αντέκρουσε τη θέση αυτή και κατέγραψε οκτώ λόγους εις το εκδοθέν το 1984 βιβλίο του «Βεργίνα ­ Βασιλικοί τάφοι» που αποκλείουν τον Φίλιππο Αρριδαίο ως τον νεκρόν του τάφου (σελ. 224-229 του βιβλίου «Βεργίνα»).Δεκατέσσερα χρόνια μετά την κυκλοφορία του βιβλίου «Βεργίνα» διετυπώθησαν αντιρρήσεις σε ΜΜΕ και ιδιαίτερα α) εις «Το Βήμα» της 12.7.1998, της αρχαιολόγου καθηγήτριας του Πανεπιστημίου Αθηνών κυρίας Ολγας Παλαγγιά για την ταυτότητα του νεκρού, και β) εις «Το Βήμα» της 30.8.1998, του αναπληρωτού καθηγητού, συνεργάτου του καθηγητού Ανδρόνικου στην ανασκαφή της Βεργίνας Παν. Φακλάρη, τόσο για την ταύτιση της Βεργίνας με τις Αιγές όσο και για τον ήλιο της Βεργίνας ως σύμβολον των Μακεδόνων.

Ο Ν. Μάρτης παραθέτει σειρά απαντητικών επιχειρημάτων στις αμφισβητήσεις που διατυπώθηκαν το τελευταίο διάστημα από αρχαιολόγους ως προς την ταυτότητα του νεκρού ο οποίος ενταφιάστηκε στον τάφο που βρέθηκε κατά την ιστορική ανασκαφή του αειμνήστου καθηγητή Μανόλη Ανδρόνικου

 

Τέσσερα τεκμήρια

Ως υπουργός στη Μακεδονία και Θράκη από το 1974 ως το 1981, από πολλές επισκέψεις μου και με ξένες προσωπικότητες στον αρχαιολογικό χώρο (Βεργίνα) και στο Μουσείο, από συζητήσεις με τον καθηγητή, ομιλίες και κείμενά του, καθώς και την έκτοτε συνεχή απασχόλησή του με την ιστορία της Μακεδονίας, θεωρώ τεκμηριωμένη την δήλωση Ανδρόνικου εις το ότι ο τάφος είναι του Φιλίππου Β’ (σελ. 221 του βιβλίου του «Βεργίνα»), βάσει των κατωτέρω κατανοητών και από μη αρχαιολόγους επιχειρημάτων:

1) Εις την ανασκαφήν της Μεγάλης Τούμπας ευρέθησαν καμένα όστρακα αγγείων, ίχνη φωτιάς κλπ. που μαρτυρούν θυσία για τον νεκρό, τα οποία «χρονολογούνται αβίαστα» στο τρίτο τέταρτο του 4ου π.Χ. αιώνα (σελ. 64 του βιβλίου «Βεργίνα»).

 

2) Η εκθαμβωτική χρυσή λάρνακα, ένα από τα πολυτιμότερα ευρήματα του αρχαίου κόσμου, και το εντός αυτής βαρύτιμο χρυσό στεφάνι ενίσχυσαν (αναφέρει ο Ανδρόνικος) τη γνώμη ότι ο τάφος ήτο βασιλικός.Με το άνοιγμα της λάρνακος, γράφει ο Ανδρόνικος, «ήταν αδύνατο να φαντασθούμε αυτό που είδαμε ­ τα καμένα οστά που πλύθηκαν και τυλίχθηκαν σε πορφυρό ύφασμα ολοκάθαρο, με προσοχή τοποθετημένα».Η ταφή ήταν ανάλογη με αυτή που ιστορούν τα ομηρικά έπη για την ταφή Αχιλλέα και Έκτορα (Ιλιάδα Ω 788: «Και αυτά τα μάζεψαν με μαλακούς πορφυρούς πέπλους και τ’ απόθεσαν μέσα σε χρυσή λάρνακα»).Η σκέψη (γράφει ο Ανδρόνικος) της αγάπης του Αλεξάνδρου, που επέβλεψε στην ταφή του πατέρα του, για τα ομηρικά έπη κατηύθυνε αμέσως τη σκέψη για την ταυτότητα του νεκρού.

3) Ο μοναδικός σιδερένιος θώρακας. Το πρώτο μακεδονικό σιδερένιο κράνος και η χρυσελεφάντινη τελετουργική ασπίδα (χρειάστηκαν πέντε χρόνια για την αποκατάστασή της), το μοναδικό αυτό αριστούργημα τέχνης του 4ου π.Χ. αιώνα, αποκαλύπτουν ότι μόνο σε βασιλιά που αγαπούσε τα όπλα μπορούσαν να τεθούν εις τον τάφον του και αυτός ήτο ο Φίλιππος Β’. Ο απόλεμος και διανοητικά ανάπηρος Φίλιππος ο Αρριδαίος (γράφει ο Ανδρόνικος, σελ. 137 του βιβλίου «Βεργίνα») θα ήτο ο τελευταίος που θα ήτο δυνατόν να έχει στη ζωή ή στον τάφο του τ’ ανωτέρω όπλα.

4) Εις τον τάφον ευρέθησαν ένα θαυμάσιο σουρωτήρι με το όνομα ΜΑΧΑΤΑ, που ήτο ιστορικό πρόσωπο (γυναικαδελφός του Φιλίππου Β’), ελεφαντοστέινα κεφαλάκια Φιλίππου, Αλεξάνδρου, Ολυμπιάδος (μινιατούρες αντιστοίχων αγαλμάτων του Φιλιππείου της Ολυμπίας, καθώς και σκεύη, δόρατα και άλλα αντικείμενα τα οποία κατά τον Ανδρόνικο «χρονολογούνται όλα πριν από το 336 π.Χ.», σελ. 232 του βιβλίου «Βεργίνα»).

Ο αποθανών ακαδημαϊκός Κώστας Ρωμαίος, εις ομιλίαν του εις το Δ’ Συμπόσιον Λαογραφίας του βορειοελλαδικού χώρου, που δημοσιεύθηκε το 1982 στην επετηρίδα του Κέντρου Ερεύνης Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών με τίτλο «Βεργίνα, τα ευρήματα του τάφου του Φιλίππου και η λαογραφική ερμηνεία τους», στη σελ. 279-280 αναφέρει ότι «το χρυσό στεφάνι βαλανιδιάς που βρέθηκε στη μεγάλη χρυσή λάρνακα ανήκε στον Φίλιππο Β’ ως απόγονο του Ηρακλή και έμμεσα του Δία, ο οποίος (Ζευς) εικονίζεται με στεφάνι βαλανιδιάς σε αργυρά νομίσματα της Μακεδονίας».

Η εξέταση των οστών

Η ταυτότητα του τάφου ως τάφου του Φιλίππου Β’ επιβεβαιώθηκε και από ανθρωπολογική εξέταση των οστών της μεγάλης λάρνακος.Τρεις άγγλοι επιστήμονες (ανθρωπολόγοι – ανατόμοι), οι J. Masgrave (Πανεπιστημίου Μπρίστολ), R. Neave (Πανεπιστημίου Μάντσεστερ) και Α. Prage (Μουσείου Μάντσεστερ), ειδικευμένοι στις μούμιες της Αιγύπτου, εξεδήλωσαν την επιθυμία προς τον τότε γενικό διευθυντή του υπουργείου Πολιτισμού κ. Γιαλούρη για την μελέτην της ταφής της Βεργίνας.Με πρόσκληση του τότε υπουργού Πολιτισμού κ. Νιάνια ήλθον στην Ελλάδα, συνήντησαν τον Μανόλη Ανδρόνικο και με την συνδρομήν ελλήνων αρχαιολόγων και τεχνικού ετοίμασαν εκμαγείον του κρανίου της μεγάλης λάρνακος.

Με την βοήθεια πεπειραμένων 'Αγγλων πλαστικών χειρουργών και ορθοδοντιστών, βάσει φωτογραφιών, ανακατασκεύασαν το κρανίο. Αυτό δεν απέδωσε μεν πλήρη την μορφή του νεκρού, αλλά, με το ιατρικό ιστορικό (τραυματισμό) και την στρατιωτική σταδιοδρομία, προσδιόρισαν ότι τα οστά της μεγάλης λάρνακος ανήκουν εις τον Φίλιππο Β’.Περίληψη της 17 σελίδων μελέτης των, με τίτλο «Το κρανίο του τάφου της Βεργίνας. Φίλιππος ο Β’ ο Μακεδών», που δημοσιεύθηκε εις την «Journal of Hellenic Studies Siv» (1984), παρουσίασαν εις το 12ο Διεθνές Συνέδριο Αρχαιολογίας στην Αθήνα το 1983, σε εφημερίδες, περιοδικά εικονογραφημένα και σε διαλέξεις των στο Μάντσεστερ, στο Λονδίνο, στο Μπρίστολ και αλλού.Τις απόψεις των αυτές κανείς μέχρι σήμερον δεν αμφισβήτησε, με συνέπεια να επιβεβαιώνεται πλήρως και από τους ειδικοτέρους για την περίπτωση (ανθρωπολόγους, ανατόμους) η άποψη του αειμνήστου Ανδρόνικου για τον νεκρό του τάφου, δηλαδή του Φιλίππου Β’.

Οι αντιρρήσεις

Αι αναφερθείσες και θεωρηθείσες ως αναζωπυρωθείσες αντιρρήσεις είναι:

Α) Της κυρίας Παλαγγιά, η οποία υποστηρίζει ότι ο νεκρός είναι ο βασιλιάς Φίλιππος ο Αρριδαίος και όχι ο Φίλιππος Β’ και στηρίζει σε τρεις λόγους την αντίρρησή της για τον νεκρό του τάφου:

α) στην ερμηνεία της τοιχογραφίας,

β) στην χρονολόγηση ορισμένων αγγείων και

γ) εις την γνώμην ότι η μεγάλη ποσότης χρυσού στα κτερίσματα του τάφου μόνο μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου δικαιολογείται.

Τα δύο πρώτα επιχειρήματα της κυρίας Παλαγγιά, αρμοδιότητος αρχαιολόγων, αποκρούουν:

α) Η διευθύντρια της ανασκαφής της Βεργίνας, καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, κυρία Στυλιανή Δρούγου («Το Βήμα», 26.7.1998).

β) Η επίκουρος καθηγήτρια της Κλασικής Αρχαιολογίας στο ΑΠΘ, κυρία Χρυσούλα Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, μέλος της ανασκαφής της Βεργίνας («Το Βήμα», 26.7.1998).

γ) Ο αρχαιολόγος Ν. G. Hammond, ο οποίος εις το βιβλίον του «Φίλιππος ο Μακεδών», σελ. 240-241, γράφει: «Μόνη η τοιχογραφία του βασιλικού κυνηγιού αποδεικνύει ότι ο τάφος είναι του Φιλίππου Β’». Και τέλος.

δ) Ο επιβλέψας επί μακρόν, για την αποκατάσταση της τοιχογραφίας, καθηγητής Ανδρόνικος, ο οποίος εις το βιβλίον του «Βεργίνα» (σελ. 100-117) χρονολογεί «με ασφάλεια την τοιχογραφία στη δεκαετία 340-330 π.Χ.», εις δε την σελ. 230 του ιδίου βιβλίου ως συμπέρασμα αναφέρει «ότι το θέμα του κυνηγίου ήταν ασυμβίβαστο για τον τάφο του Φιλίππου του Αρριδαίου και είναι κατανοητό μόνο για τον τάφο του Φιλίππου Β’».

Η πόλη των Αιγών

Β) Ο αναπληρωτής καθηγητής Παν. Φακλάρης σε άρθρο του εις «Το Βήμα» επικροτεί ουσιαστικά τις θέσεις της κυρίας Παλαγγιά, αλλά πρόσθετα αμφισβητεί: α) ότι η Βεργίνα είναι η θέση της πρώτης πρωτεύουσας των Μακεδόνων, αι Αιγές, και β) τον ήλιο της Βεργίνας ως έμβλημα των Μακεδόνων.

Ο Ν. Hammond το 1968, πρώτος, σε επίσημο επιστημονική ανακοίνωση στην Θεσσαλονίκη, ταύτισε την Βεργίνα με τις Αιγές.Ο Μανόλης Ανδρόνικος εις το βιβλίο του «Βεργίνα» (σελ. 234) γράφει: «Είναι πια βέβαιο ότι οι Αιγές εντοπίζονται εις την περιοχή της Βεργίνας».Ο Κώστας Ρωμαίος (σελ. 268), με την αποκάλυψη των βασιλικών τάφων στην Βεργίνα, ταυτίζει την περιοχή με την αρχαία πρωτεύουσα των Μακεδόνων, τις Αιγές, δεδομένου ότι κατά ρητήν αρχαίαν μαρτυρίαν (Διόδωρος 22, 12) οι μακεδόνες βασιλείς εθάπτοντο εις τις Αιγές.

Η ονοματοθεσία Αιγές κατά Ρωμαίον έχει άμεσο συγγένεια με ορμητικά νερά, τα οποία κατά την αρχαιότητα εκαλούντο «Αίγες». Εις ανάμνηση του αρχαίου μύθου του Ηροδότου, ότι ξαφνική καταιγίδα που αύξησε τα ορμητικά νερά του ποταμού έσωσε τους τρεις αδελφούς, ονόμασαν την πρωτεύουσά των Αιγές. Εσφαλμένα συνεπώς συνδέονται αι Αιγές με την Έδεσσα, διότι κατά τον Ρωμαίον η ονοματοθεσία δεν έχει σχέση με γεωγραφία αλλά με την μυθολογία της Μακεδονίας.

Τα κατωτέρω αντικειμενικά δεδομένα οδηγούν και μη αρχαιολόγους στην βεβαιότητα ότι εις την Βεργίνα είναι η πόλις των Αιγών.

1) Σε απόσταση δύο χιλιομέτρων βρίσκεται το ανάκτορο των βασιλέων της Μακεδονίας που ήτο το μεγαλύτερο κτίσμα της ελληνιστικής εποχής (17 στρέμματα οικοδομή).

2) Προ του ανακτόρου απεκαλύφθη το θέατρο όπου εδολοφονήθη ο Φίλιππος.

3) Στην περιοχή υπάρχουν 18 μεγάλοι μακεδονικοί τάφοι και

4) Το 1981 απεκαλύφθησαν τείχη της ακροπόλεως 300 μέτρων, θεμέλια πύργων και σωλήνες υδρεύσεως.

 

Το έμβλημα του ηλίου

Ο χαρακτηρισμός του κ. Φακλάρη ότι ο δεκαεξάκτινος ήλιος της Βεργίνας είναι… «υποτιθέμενο έμβλημα των Μακεδόνων» δεν συμβιβάζεται με τα κατωτέρω δεδομένα.

α) Επί του τάφου ευρέθησαν άλλοι πέντε ήλιοι (αστέρες): 1) δωδεκαδάκτινος ήλιος στην λάρνακα της βασίλισσας, 2) οκτώ ακτίνων σε πολλά χρυσά δισκάρια και 3) σε τρεις ασπίδες με ανάγλυφες παραστάσεις λιονταριών, ανάμεσα στα πόδια των, το μακεδονικό αστέρι (σελ. 226 του βιβλίου «Βεργίνα»).

β) Την αναφορά του Ηροδότου που, παράλληλα προς την ανωτέρω διαβάθμιση των ακτίνων (στον αυτό τάφο, 16 ακτίνες στην λάρνακα του βασιλιά, 12 στης βασιλίσσης και οκτώ στα δισκάρια) αποκαλύπτει γιατί ο δεκαεξάκτινος ήλιος κοσμεί την ταφή του βασιλέως, γεγονός που, αυτό και μόνο, τον καθιστά σύμβολο των αρχαίων Μακεδόνων.

 

Ο Ηρόδοτος εις το βιβλίον VIII, κεφ. 137 αναφέρει:

«Τρεις αδελφοί από τους απογόνους του Τημένου από το Άργος, ο Γαυάνης, ο Αέροπος και ο Περδίκκας, πέρασαν εις την Άνω Μακεδονίαν εις την πόλιν Λεβαίαν, όπου τους πήρε ο βασιλεύς με μισθόν.Όταν έμαθε ο βασιλεύς από την βασίλισσα ότι όταν έψηνε το ψωμί του μικρού αδελφού, του Περδίκκα, γινόταν διπλάσιο, το θεώρησε θαύμα και διέταξε τους αδελφούς να φύγουν από το βασίλειό του. Οι αδελφοί ζητούσαν τον μισθό τους. Εκείνη τη στιγμή έμπαινε ο Ήλιος από την καπνοδόχον και τους είπε: “Πάρτε, τον ήλιο αυτό σας δίνω για μισθό”. Οι δύο αδελφοί Γαυάνης και Αέροπος έμειναν αποσβολωμένοι, ο μικρός όμως αδελφός, ο Περδίκκας, είπε “Το δεχόμεθα, βασιλέα”, και με το μαχαίρι του έκανε κύκλο τρεις φορές και ότι αντλεί τον ήλιο, τον οποίο έβαλε εις τον κόρφο του και έφυγε με τους συντρόφους του».

Όταν κάποιος είπε στον βασιλέα τι έκανε ο μικρός, διέταξε να τον κυνηγήσουν αλλά μια ξαφνική καταιγίδα έφερε πολλά νερά σ’ ένα ποτάμι και εμπόδισε τους διώκτας των να συλλάβουν τους τρεις αδελφούς. Ο Περδίκκας, ξεκινώντας από το Βέρμιο, υπέταξε όλην την Μακεδονία και έγινε ο πρώτος βασιλεύς. Όταν (αναφέρει ο Κ. Ρωμαίος, σελ. 262) ο Περδίκκας έβαλε στον κόρφο του τον ήλιο (700 π.Χ.), τον πήρε ως νόμιμη και στο εξής μόνιμη προσωπική ιδιοκτησία του, για να τον κληροδοτήσει στη συνέχεια στους βασιλικούς απογόνους του, που ήταν πολύ φυσικό να τον διατηρήσουν στον μακεδονικό μύθο και να τον κάνουν επίσημο έμβλημα της Μακεδονικής δυναστείας.

Η αναφορά του Ηροδότου, συνδυαζόμενη και με το γεγονός ότι οι Μακεδόνες μετέφεραν τον ήλιο και εις τα ακραία σημεία της Ανατολής, ανατρέπει την υπεραπλούστευσιν του κ. Φακλάρη. 

Συγκεκριμένα:

1) Εις την «Καθημερινή» της 25/4/1982 δημοσιεύθηκε ψηφιδωτό, με οκτάκτινο ήλιο της Βεργίνας, σε ανασκαφές Γάλλων εις το βασίλειο της Βακτριανής, όπου (όπως παρουσίασε ο καθηγητής Παντερμαλής σε έκθεση του Μεγάλου Αλεξάνδρου) βασίλευσαν 22 έλληνες βασιλείς μετά τον Μέγα Αλέξανδρο. Το ψηφιδωτό το αναδημοσίευσα εις το βιβλίον μου «Πλαστογράφηση της Ιστορίας της Μακεδονίας», σελ. 140.

Ίσως δεν είναι τυχαίο το ότι ο πονηρός Γκλιγκόροφ στη νέα του σημαία τοποθέτησε οκτώ ακτίνες.

2) Το Ινστιτούτο Εξωτερικών Υποθέσεων της Σουηδίας σε μελέτη του για την «Ταυτότητα της Μακεδονίας» αναφέρει ότι οι ασπίδες των στρατιωτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου είχαν τον ήλιο της Βεργίνας.

3) Ακριβά μακεδονικά νομίσματα, όπως τα αργυρά εικοσάδραχμα που έκοψαν οι μακεδόνες βασιλείς, αναφέρει ο Κ. Ρωμαίος (σελ. 270), έφεραν ανάγλυφα επάνω τους το ηλιακό σύμβολο. Τον ήλιο που λάμπει σκορπίζοντας ολόχρυσας ακτίνας.

4) Εις τις εξώπορτες των σπιτιών της φυλής Καλάς του Πακιστάν, που και σήμερα ακόμη λατρεύουν τους θεούς του Ολύμπου και δηλώνουν ότι είναι απόγονοι στρατιωτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου, υπάρχει το δεκαεξάκτινο αστέρι της Βεργίνας, που διατηρείται 2.300 χρόνια ως παράδοση στους απογόνους μακεδόνων στρατιωτών, όπως εξάγεται από την φωτογραφία που επισυνάπτω.

Ιστορικά και σύγχρονα δεδομένα για τον χρυσό της Μακεδονίας ανατρέπουν και τον τρίτο ισχυρισμό της κυρίας Παλαγγιά, ότι δηλαδή η μεγάλη ποσότης χρυσού στα κτερίσματα του τάφου μόνο μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου δικαιολογείται.

Ο καθηγητής της Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Αρβανιτόπουλος, ο οποίος υπερθεμάτισε το 1931 πρόταση του διευθυντού της Εθνικής Τράπεζας Θεσσαλονίκης Κυριακοπούλου, προς το υπουργείο Οικονομικών, να επιτραπεί εις τους χωρικούς να συλλέγουν ψήγματα χρυσού εις ποταμούς της Μακεδονίας, σε επιστολές του και άρθρα σε εφημερίδες πληροφόρησε ότι:

α) Ο χρυσός των κτερισμάτων των τάφων όχι μόνο δεν προήρχετο από την Ανατολήν μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου, αλλά αντίθετα βεβαίωσε ότι την ιστορική περίοδο οι Μακεδόνες και οι Θράκες πλήρωναν τους φόρους στους Πέρσες σε χρυσό και ότι ο Αλέξανδρος βρήκε πλάκες μακεδονικού χρυσού στα Σούσα («Καθημερινή» 3.10.1931 και «Εθνος» 21.1.1933).

β) Τα χρυσωρυχεία του Φιλίππου συνετέλεσαν όσον ουδείς άλλος παράγων εις την κοσμοκρατορία των Μακεδόνων («Ακρόπολις» 18.1.1933).

γ) Την αφθονία του χρυσού της Μακεδονίας αποδεικνύουν οι περίφημοι «Φιλίππειοι Στατήρες» («Εθνος» 21.1.1933).

 

Εις άλλην επιστολήν του («Καθημερινή» 22.10.1931) ο καθηγητής Αρβανιτόπουλος αναφέρεται: «Αδαείς και με ακατάσχετη αβελτηρία νεώτεροι Έλληνες υποστηρίζουν ότι οι αρχαίοι εξήντλησαν τα κοιτάσματα χρυσού».

Τον Σεπτέμβριο 1960 ο επικεφαλής της ρουμανικής αντιπροσωπείας για τη γεώτρηση πετρελαίου στη Θεσσαλία, καθηγητής Γεωλογίας Γκρίγκορας, μου είπε: «Ο Φίλιππος είχε πολύ χρυσό που παρήγαγε στη Μακεδονία… Ψάξτε να τον βρείτε».

Δικαίωση του καθηγητού Αρβανιτοπούλου και Γκρίγκορας, όπως αναλύω εις το βιβλίο μου «Κτίστε, Κτίστε, Κτίστε» εις το κεφ. Ορυκτού Πλούτου σελ. 255-326 και ειδικότερα για τον χρυσό σελ. 309-322 αποτέλεσε:

1) Η παραγωγή από την εταιρείαν Ηλιοπούλου εις τον Γαλλικόν τον, γνωστόν από την αρχαιότητα, χρυσοφόρον ποταμόν, ενός τόνου και 300 κιλών χρυσού, που βρίσκεται εις την Τράπεζα της Ελλάδος και θα είχαμε σήμερα πλέον των 12 τόνων εις τα αποθέματα της Τραπέζης της Ελλάδος αν λόγω μεγάλης πτώσεως της τιμής του χρυσού δεν ανεστέλετο η παραγωγή.

2) Το ΙΓΜΕ ανεκοίνωσε ότι ενετόπισε: α) 8.000 κιλά προσχωματικού χρυσού σε τέσσερις περιοχές («Βήμα» 31.8.1995) και χρυσοφόρες ζώνες στο Παγγαίο και στην περιοχή Παλαιάς Καβάλας («Καθημερινή» 19.11.1988).

3) Γερμανοί σε επιτόπιον έρευνα το 1979-1981 ενετόπισαν 25 χώρους εις το Παγγαίον, όπου κατά την αρχαιότητα εγένετο εκμετάλλευση χρυσού και αργύρου.

4) Η επαναλειτουργία του Μεταλλείου Ολυμπιάδος.

Ο Ηλίας Κριμπάς, πρόεδρος της εταιρείας ΑΕΕΧ Π. και Λιπασμάτων, ομιλών την 3/10/1976 εις τα εγκαίνια του Μεταλλείου Ολυμπιάδος είπε: «Ο ρεαλισμός, η επιμονή, η καταπληκτική διαίσθηση του Μποδοσάκη Αθανασιάδη, συνετέλεσαν εις το να ξαναζωντανέψουν τα Μεταλλεία Ολυμπιάδος, που άρχισαν να λειτουργούν επί βασιλέως Φιλίππου του Β’».

Με εντολή Μποδοσάκη, παρά τις αντιδράσεις συμβούλων του που υπεστήριζαν ότι ο Φίλιππος εξήντλησε το μετάλλευμα, έγιναν απόπειρες το 1932, το 1953-1956, το 1964 και μόνο το 1967 απεκαλύφθη ότι οι αρχαίοι έφθασαν ως την επιφάνεια της θαλάσσης. Το μετάλλευμα (μικτά θειούχα) περιέχει και χρυσόν και άργυρον.

Το Μεταλλείο Ολυμπιάδος θα τροφοδοτεί: α) Μονάδα μεικτών θειούχων (Ολυμπιάδος, Παγγαίου, Θράκης) για την παραγωγή 3 τόνων χρυσού και 150 τόνων αργύρου ετησίως, αλλά και άλλων προϊόντων, βάσει μελέτης που άρχισε το 1978. Ολοκληρώθηκε στα μέσα του 1981, αλλά η προγραμματισθείσα για τον Δεκέμβριο 1981 θεμελίωση της, ύψους 350 εκατ. δολαρίων, ανεστάλη λόγω των εκλογών. Την 4/3/1983 ανεκοινώθη από τον διοικητή της ΕΤΒΑ κ. Κουμπήν ότι έγινε αναθεώρηση της μελέτης και ανήγγειλε πως η συσταθείσα για τον σκοπό αυτό εταιρεία ΜΕΤΒΑ, οριστκά αποφάσισε για τη θεμελίωση της μονάδος ποσό ύψους 30 δισ. δρχ. με συμμετοχή 80% ΕΤΒΑ και 20% Μποδοσάκη.

β) Μονάδα παραγωγής 2.584 κιλών χρυσού ετησίως, που απεφασίσθη μετά το 1985 με επένδυση Καναδών επιχειρηματιών, από τις σκουριές του Μεταλλείου Ολυμπιάδος.

 

 

 

 

 

 

 

11 Μαρτίου, 2023

Τα αρχαία κείμενα μιλάνε - Τα γράμματα ήταν ελληνικά

 Η επιγραφή:ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ ΚΑΣΣΑΝΔΡΟΣ ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΥ ΔΙΙ ΟΛΥΜΠΙΩΙ στη βάση του αγάλματος του Κασσάνδρου,το οποίο είχε ανεγερθεί στο Δίον

 

 

 

του Μιλτιάδη Χατζόπουλου*

 

Επί σχεδόν  διακόσια χρόνια η λαλιά των αρχαίων Μακεδόνων έχει αποτελέσει αντικείμενο αρχικά επιστημονικής έρευνας και, εν συνεχεία, και πολιτικής, αλλά και διπλωματικής εκμεταλλεύσεως. Ο λόγος είναι αφ' ενός ότι η γλώσσα λογίζεται ως ένα από τα κύρια, αν όχι και το κυριότερο κριτήριο της εθνικής ταυτότητας, αφ' ετέρου ότι το επι­χείρημα της ιστορικής συνέχειας μιας πλη­θυσμιακής ομάδας σ' έναν τόπο εξακολου­θεί να είναι πρωτεύουσας σημασίας για την προβολή ή κατοχύρωση εδαφικών διεκδικήσεων. Έτσι, από μεν τους Έλληνες θεωρείται ότι η ελληνική εθνική ταυτότητα των αρχαίων Μακεδόνων δικαιώνει την ενσωμάτωση του μεγαλύτερου μέρους της αρχαίας Μακεδονίας στην ελληνική επικράτεια, από δε τους βόρειους γείτονες τους ότι τυχόν απόδειξη πως οι αρχαίοι Μακεδόνες ανήκαν σε άλλη εθνική ομάδα από τους Έλληνες συνηγορεί υπέρ των δικών τους διεκδικήσεων επί της περιοχής αυτής. Επειδή τα σωζόμενα τεκμήρια της λαλιάς των αρχαίων Μακεδόνων ως πολύ πρόσφατα ήσαν από λίγα ως ελάχιστα, το έδαφος ήταν ελεύθερο για την ανάπτυξη γλωσσολογικών θεωριών βασισμένων περισσότερο σε επιστημονικές προκαταλήψεις ή πολιτικές υστεροβουλίες παρά σε ασφαλή δεδομένα.

 

Δεν σώζονται - αν ποτέ υπήρξαν - φιλολογικά κείμενα γραμμένα στη μακεδονική. Οι Μακεδόνες, όταν άρχισαν να παράγουν λογοτεχνικά έργα κατά τον 4ο αι. π.Χ., χρησιμοποίησαν, όπως και πολλοί άλλοι Έλληνες, όχι τη δική τους διάλεκτο αλλά τη λεγόμενη «αττική κοινή», τη γλώσσα των Αθηνών.

 

Το μοναδικό κείμενο από λογοτεχνικό έργο σε μακεδονική διάλεκτο σώζεται στην κωμωδία του 4ου αι. π.Χ. «Μακεδόνες», του Αθηναίου Στράττιδος, όπου στην ερώτηση ενός Αθηναίου «ἡ σφύραινα δ’ ἐστί τίς;» (τι είναι η σφύραινα;) ένας Μακεδών αποκρίνεται «κέστραν μέν ὕμμες ὡττικοί κικλήσκετε» (σεις,ω Αττικοί, την αποκαλείτε κέστρα).

 

Οι Αθηναίοι δηλαδή αποκαλούν «κέστρα» ένα ψάρι που οι Μακεδόνες ονομάζουν «σφύραινα». Ο κωμικός ποιητής δεν είναι βέβαια γλωσσολόγος, αλλά είναι προφανές ότι παρουσιάζει τον Μακεδόνα να μιλάει μια αδιαμφισβήτητα ελληνική διάλεκτο με στοιχεία τόσο της αρχαίας θεσσαλικής όσο και της αρχαίας ηπειρωτικής.

 

Εκτός από το χωρίο αυτό δεν μας παραδίδονται παρά μεμονωμένες «γλώσσες», δηλαδή λέξεις σπάνιες που κίνησαν την περιέργεια και θυσαυρίστηκαν από φιλολόγους της ελληνιστικής εποχής. Ο χαρακτήρας εξαιρέσεως των λέξεων αυτών καθώς και τα σφάλματα των εκάστοτε γραφέων των χειρογράφων, που τις αντέγραφαν χωρίς να τις κατανοούν, καθιστούν τη χρήση τους επισφαλή.

 

 Πάντως οι λίγες ασφαλείς περιπτώσεις που παραδίδονται επιβεβαιώνουν την ελληνική προέλευση των λέξεων:

 

1) Λέξεις καθημερινής χρήσεως, π.χ. καρπαία (από τον καρπό) όρχησις μακεδόνικη.

2) Ορολογία θεσμών, π.χ. πελιγάνες (από το «πέλειος»=γέρος) οι ένδοξοι, παρά δε Σύροις οι βουλευταί.

3) Επίθετα θεών, π.χ. Κυνηγάδας (Κυνηγίης), Πασικράτα, Αγεμόνα (Ηγεμόνη) κ.ά.

4) Ονόματα μηνών, όπως Δίος (από τον ΙΜα), Περίτιος (από τον Ηρακλή Περίτα, δηλαδή Φύλακα), Αρτεμίσιος (από την Άρτεμι) κ.ά.


 

Από τις φιλολογικές πηγές αντλούμε επίσης τα ονόματα των αρχαιότερων Μακεδόνων βασιλέων (του 7ου και του 6ου αι. π.Χ., προτού δηλαδή αναπτυχθούν οι σχέσεις με την νοτιότερη Ελλάδα), που είναι όλα ελληνικά, δηλαδή έχουν ελληνική ετυμολογία:

Περδίκκας, Αργαίος, Φίλιππος, Αέροπος, Αμύντας. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί η εξέταση των τοπωνυμίων που εισήχθησαν από τους κατακτητές Μακεδόνες στη χώρα που ονομάστηκε από το εθνικό τους όνομα Μα­κεδονία: Αιγεαί (δηλαδή η πόλη των αιγών), Ευπορία, Ηράκλειον, Ευρωπός κ.ά.

 

Πέρα όμως από τις φιλολογικές πηγές, έρχεται διαρκώς στο φως άφθονο επιγραφικό υλικό. Το πρόβλημα, όπως και με τα φιλολογικά κείμενα, είναι ότι, όταν επί Φιλίππου Β', τον 4ο αι. π.Χ., οι Μακεδόνες άρχισαν να γράφουν σε λίθο ή σε μέταλλο εκτενή κείμενα, δεν χρησιμοποίησαν τη διαλεκτό τους αλλά την αττική κοινή. Στη Μακεδονία ωστόσο έχουν ανευρεθεί χιλιάδες επιτύμβιες στήλες που μας παραδίδουν εκατοντάδες ανθρωπωνύμια, πολλά από τα οποία μπορούν να χαρακτηρισθούν μακεδόνικα, είτε διότι απαντούν (είτε αποκλειστικά είτε κατά κύριο λόγο και νωρίτερα από αλλού) στη Μακεδονία (Αλέξανδρος, Φίλιππος, Παρμενίων, Αντίπατρος, Αρσινόη κ.ά.), είτε διότι παρουσιάζουν ιδιαίτερα φωνητικά φαινόμενα (π.χ. τη διατήρηση του αρχαίου μακρού /α/, τη σποραδική τροπή των άηχων συμφώνων σε ηχη­ρά), που αποκλείουν την περίπτωση δανεισμού από την αττική διάλεκτο, όπως Πτολεμαίος, Αμύντας, Μαχάτης, Αλκέτας, Βερενίκα (Φερενίκη), Βάλαγρος (Φαλακρός) κ.ά.

 

Δεδομένου ότι τα αρχαία ελληνικά ανθρωπωνύμια σχηματίζονται, παράγονται ή συντίθενται από προσηγορικά (π.χ. Φίλιππος = ο φιλών τους ίππους), αποτελούν πρώτης τάξεως πηγή για τη γνώση της μακεδονικής διαλέκτου.

 

Οι επιγραφές μάς προσφέρουν όμως και άλλες μαρτυρίες για τη μακεδονική διάλεκτο. Παρ' όλον ότι ο Φίλιππος Β' εισήγαγε τη χρήση της αττικής κοινής στα επίσημα κείμενα αντί της μακεδονικής διαλέκτου, οι συντάκτες ή οι χαράκτες των επιγραφών οι οποίοι χρησιμοποιούσαν τη μακεδονική στην καθημερινή ομιλία τους υπέκυπταν αναπόφευκτα σε σφάλματα και αντικαθιστούσαν σποραδικά τύπους της αττικής κοινής με τύπους της μητρικής διαλέκτου των.

 

Έτσι σε επιγραφή της Αμφιπόλεως του 3ου αι. π.Χ. διαβάζουμε τη δοτική «χείριστα» αντί του αναμενόμενου «χειριστή». Σε τρεις διαφορετικές επιγραφές βρίσκομε τον διαλεκτικό τύπο «κόρα» αντί του αττικού «κόρη». Και οι δύο περιπτώσεις επιβεβαιώνουν τη διατήρηση του μακρού /α/.

Σε άλλη επιγραφή σώζεται ο διαλεκτικός τύπος του απα­ρεμφάτου «ανατιθήμειν» αντί του αττικού «ανατιθέναι».

 

Η πλούσια αυτή τεκμηρίωση θα έπρεπε να είχε θέσει τέρμα σε κάθε αμφιβολία σχετικά με τη λαλιά των αρχαίων Μακεδόνων. Η ανακάλυψη τα τελευταία χρόνια όχι μόνο λέξεων αλλά και συνεχών κειμένων στη μακεδόνικη διάλεκτο αίρει και την τελευταία δικαιολογία για καλόπιστες αμφιβολίες. Αρκεί κανείς να διαβάσει τους δύο πρώτους στίχους του εκτενέστερου και καλύτερα σωζόμενου από αυτά τα κείμενα: [Θετί]μας και Διονυσιφώντος το τέλος και τον γάμον/καταγράφω και των άλλων πασάν γυ/[ναικ]ών και χηρών και παρθένων, μάλιστα δε Θετίμας, και / παρκαττίθεμαι Μάκρωνι...

 

Πρόκειται για έναν «κατάδεσμο», μαγικό κείμενο γραμμένο σε μολύβδινο έλασμα του πρώτου ημίσεος του 4ου αι. π.Χ. Όπως αναμενόταν, η διάλεκτος παρουσιάζει συνάφεια με τις διαλέκτους της Ηπείρου και της Θεσσαλίας και είναι αδιαμφισβήτητα ελληνική.

Βήμα, “Μακεδονίς γη”, σελ. 32,  “Τα αρχαία κείμενα μιλάνε”

 


 

10 Μαρτίου, 2023

Οι αρχαιολογικοί θησαυροί της Θεσσαλονίκης


 

Η πόλις της Θεσσαλονίκης αποκαλύπτει ημέραν με την ημέραν τον αρχαιολογικόν πλούτον της. Εν’ακόμη αρχαιολογικόν εύρημα ήλθε χθες εις φως κατά την εκσκαφήν θεμελίων δια την ανέγερσιν πολυκατοκίας εις οικόπεδον ευρισκόμενον εις την γωνίαν των οδών Διοικητηρίου και Ελένης Σβορώνου.

 


Πρόκειται περί μιας ωραιοτάτης μαρμάρινης κεφαλής ολίγον μεγαλυτέρας του φυσικού μεγέθους, η οποία διατηρείται εις πολύ καλήν κατάστασιν και θα ανήκε πιθανώς είς ναόν Αιγυπτίας θεότητος ευρισκόμενον κατά την αρχαιότητα εις την ανωτέρω περιοχήν.

 

Και άλλα ευρήματα ήλθον στο φως παρά την πλατείαν Ναυαρίνου

 

Η ανακάλυψις του εν λόγω καλλιτεχνήματος οφείλεται κατά μέγα λόγον εις τον κ.Νικ.Παπασταύρου, έμπορον της πόλεως μας, ο οποίος, γνωρίζων ότι εις την αρχήν της οδού Διοικητηρίου υπάρχουν τέσσαρες αρχαίοι τάφοι,μετέβαινε καθημερινώς εις το οικόπεδον όπου θα ανεγερθεί η πολυκατοικία και συνίστα εις τους εργάτας να είναι προσεκτικοί, επέβλεπε δε και ο ίδιος τας εργασίας τους. Η ανευρεθείσα κεφαλή θα παραδοθεί σήμερον εις την αρχαιολογικήν υπηρεσίαν η οποία ειδοποιήθει σχετικώς και η οποία θα καθορίσει επακριβώς την εποχή εις την οποίον ανήκει το καλλιτέχνημα.

 

 

ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ

 

Εξ’ άλλου μεταφέρθησαν ήδη εις το μουσείον Θεσσαλονίκης εν τεμάχιον θαυμασίου μωσαϊκού και δύο κίονες, ανευρεθέντα μετά των άλλων σπουδαίων ευρημάτων εις το οικόπεδον της οδού Ισαύρων παρά την πλατείαν Ναυαρίνου. Εν τω μεταξύ αι ανασκαφαί συνεχίζονται δια να έλθουν τελείως εις την επιφάνειαν τρία κτίσματα και δύο μεγάλαι μαρμάριναι πλάκες ώστε να δυνηθούν οι επιστήμονες να εξακριβώσουν ποίαν σχέσιν έχουν ταύτα με το Οκτάγωνον του Γαλερίου το οποίον απέχει από της οδού Ισαύρων περί τα τεσσαράκοντα μέτρα. Εντός των ημερών θα φωτογραφηθεί υπό των αρχαιολόγων το ανασκαφέν οικόπεδον εις το οποίον ανευρέθησαν το περίφημον υπέρθυρον και τεμάχιον μωσαϊκού, οι κίονες, κτίσματα και διάφορα τεμάχια από αγάλματα.

 

Μακεδονία,28 Φεβρουαρίου 1957

Hans-Georg Gadamer erzählt die Geschichte der Philosophie

      Wie es anfing - Thales, Heraklit, Platon, Aristoteles     Hellenismus und Weltbürgertum - Epikur, die Stoa und Plotin         Moral u...