της Αλεξάνδρας Δεληγιώργη
Από τους δώδεκα θεούς που κατοικούσαν στην κορυφή του
Ολύμπου, ο μικρός Πέτρος ο βι-βλι-ο-φά-γος ξεχώρισε τον Ερμή που τον αγαπούσε
ιδιαίτερα. Ο Ερμής είχε αδέλφια τον Απόλλωνα, την Αθηνά, την ΄Αρτεμη, τον Άρη,
την Αφροδίτη, τον Ποσειδώνα, την Δήμητρα που ήταν όλοι παιδιά του Δία και της
Ήρας.
Ο Πέτρος ξεχώρισε τον Ερμή με το φτερωτό του καπέλο και τα
φτερωτά πέδιλά του και ήθελε να μάθει τα πάντα για τον γορ-γο-πό-δα-ρο θεό με
την πέτασο, όπως έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες το φτερωτό καπελάκι του.
Ο Ερμής διέσχιζε τον αέρα και πήγαινε τις ειδήσεις και τα
γράμματα που έστελναν, τα πολύ παλιά χρόνια, οι θεοί στους ανθρώπους, σε
διάφορα μέρη της Ελλάδας, στα νησιά του Αιγαίου πελάγους, στα παράλια της
Μικράς Ασίας, στο Ιόνιο πέλαγος, και ακόμη παραπέρα, στη Σικελία, ένα μεγάλο
νησί, στο νότο της Ιταλίας. Γιατί οι Αρχαίοι Έλληνες με τα καράβια τους (τις
τρι-ή-ρεις) ταξίδευαν σε όλη τη Μεσόγειο θάλασσα. Έτσι, όπως και στα άλλα μέρη
που πήγαν, έφτιαξαν και στην Σικελία, ωραίες πόλεις, με ναούς και αγάλματα, που
ακόμη και σήμερα, πηγαίνουν να τα δουν επισκέπτες από όλον τον κόσμο.
Αλλά ας μη ξεφύγω από την ιστορία του μικρού Πέτρου που
αγαπούσε ιδιαίτερα τον γορ-γο-πό-δα-ρο Ερμή. Η ιστορία έλεγε πως ο Ερμής έγινε
ο αγαπημένος όλων των θεών τού Ολύμπου, γιατί πηγαινοερχόταν με τις ειδήσεις
που έστελναν οι θεοί στους ανθρώπους, και οι άνθρωποι στους γονείς τους, στα
αδέλφια τους, στους παππούδες και τις γιαγιάδες τους, στους φίλους και στους
δασκάλους τους,όταν τύχαινε να ζουν μακριά τους.
Ας πάρουμε,όμως,την ιστορία του θεού Ερμή από την αρχή.
Ο Ερμής, λοιπόν, γεννήθηκε σε μια σπηλιά στην Κυλλήνη, κοντά
στην Κόρινθο, που είναι μια πόλη στην Πελοπόννησο. Πατέρας του Ερμή ήταν ο Δίας
και μητέρα του η όμορφη Μαία, η μια από τις εφτά κόρες του ΄Ατλαντα, του
γίγαντα που βαστούσε τη γήινη σφαίρα στους ώμους του.Από μικρόν ακόμη, θεοί και
άνθρωποι τού αναγνώρισαν πολλά χαρίσματα κι άλλες τόσες ιδιότητες. Τον είπαν
κήρυκα των θεών, προστάτη των αρνιών, των κατσικών και των προβάτων. Τον είπαν
και αγγελιοφόρο του Δία, αργεϊφόντη, ονειροπομπό, ψυχοπομπό, και άλλα πολλά.
Είναι αλήθεια, ο Ερμής γεννήθηκε τε-τρα-πέ-ρα-τος και μωρό
ακόμη, θέλοντας να παραβγεί στον Απόλλωνα, τόλμησε να του κλέψει τα βόδια. Λένε
πως εκείνο το βράδυ, το φεγγάρι βγήκε δυο φορές. Ποιος ξέρει γιατί; Για να
φέξει τον δρόμο στον Ερμή; Ή μήπως για να δει ο Απόλλωνας την κλεψιά του; Ο
Απόλλωνας, πάντως, δεν άργησε να το καταλάβει και θύμωσε τρομερά. Τότε, ο Ερμής
για να μετριάσει τον θυμό και την τιμωρία του Απόλλωνα, κατάφερε, αν και τόσο
μικρός, και τού έφτιαξε μια λύρα γιατί του Απόλλωνα του άρεζε να παίζει
μουσική.
Έτσι, ενώ, στην αρχή, οι άλλοι θεοί δεν λογάριαζαν και πολύ
τον μικρούλη Ερμή, αυτός, με την εξυπνάδα και τη ζωντάνια του, με τον καιρό,
πρόκοψε σε ό,τι έκανε, και όλοι, θεοί και άνθρωποι, τον είχαν ανάγκη. Επειδή, ο
Ερμής ήταν στ΄αλήθεια φι-λάν-θρω-πος, οι άνθρωποι τον συμπαθούσαν και τον
αγαπούσαν περισσότερο από τους άλλους θεούς• τον έκαναν προστάτη της γνώσης,
και οι φιλόσοφοι, οι επιστήμονες, οι ρήτορες, οι ποιητές και ζωγράφοι τον
τιμούσαν, κάθε φορά που σκάρωναν μια θεωρία, ένα θεώρημα, έναν λόγο, ένα ποίημα
ή ένα άγαλμα ή μια ζωγραφιά. Και δεν έφτανε μόνον αυτό, τον έκαναν προστάτη και
των εμπόρων που πουλούσαν τα εμπορεύματά τους και κέρδιζαν χρήματα. Τον έκαναν
ακόμη προστάτη των σπιτιών, των δρόμων, των ναών και των συνόρων.
Ακούραστος, ο Ερμής όλα τα φύλαγε, ακόμη και τους δρόμους που
κατέβαιναν στον κάτω κόσμο, τον Άδη. Από τον κάτω κόσμο, τον Άδη, ο Ερμής
έφερνε ξανά τις ψυχές πάνω στη γη. Και καθώς ήταν φίλος του Πλούτωνα, δεν
ξεχνούσε να ανεβάζει στη γη, την γυναίκα του, Περσεφόνη, που ήταν η κόρη της
θεάς Δήμητρας, κάθε χρόνο, την άνοιξη και το καλοκαίρι, και τότε, όλη η φύση
έλαμπε στον ήλιο και άνθιζε.
Ο Ερμής δεν ήταν μόνον τετραπέρατος και προκομμένος, ήταν και
διασκεδαστικός. Ψυχαγωγούσε θεούς και ανθρώπους και τους έκανε να χαίρονται. Οι
άνθρωποι τον ένιωθαν δικό τους , γιατί με τα προτερήματα και τα ελαττώματά του,
ο Ερμής τους θύμιζε τον ίδιο τον εαυτό τους.
Ύστερα από πολλά χρόνια, όταν έγινε βασιλιάς ο Μέγας Αλέξανδρος,
οι Έλληνες έκαναν τον Ερμή, που γερνούσε με τα χρόνια, πάλι νέο, για να μπορεί
να προστατεύει τους αθλητές που γυμνάζονταν στα γυμναστήρια, και τους βοηθούσε
στους αγώνες τους, στον στίβο και στα στάδια.
Ο Ερμής, όλα τα προλάβαινε με τα χρυσά, φτερωτά πέδιλά του,
που τα φορούσε και γλυστρούσε πάνω στην θάλασσα, όπως οι γλάροι, κρατώντας το
χρυσό του ραβδί, το κηρύκειο, με το οποίο κάθε πρωί, ξυπνούσε και κάθε βράδυ,
αποκοίμιζε τους ανθρώπους. Αυτός τους έστελνε και τα όνειρα που έβλεπαν στον
ύπνο τους.
Στο κηρύκειο, το χρυσό ραβδί του τυλίχθηκαν δυο φίδια που ο
Ερμής τα χώρισε για να μη φάνε το ένα το άλλο. Γι΄αυτό και το κηρύκειο του Ερμή
θύμιζε στους ανθρώπους την ομόνοια και την αφθονία που τους χάριζε ο
καλοκάγαθος Ερμής κι έτσι, αυτοί, με τα πολλά, κάποτε, έκαναν τις έχθρητες
πέρα.
Oι περιπέτειες του Ερμή είναι πολλές και μια Γαλλίδα
συγγραφέας, η Szac Murriel έγραψε τα χρονικά που τις εξιστορούν.
Όταν ο Πέτρος έμαθε να διαβάζει νεράκι, ζήτησε από την γιαγιά
του να του πάρει το βιβλίο κι εκείνη τού το έκανε δώρο, για την γιορτή του.
Πάντως, όταν άκουσε ο Πέτρος την ιστορία του Ερμή, για πρώτη
φορά, κατ-εν-θου-σια-σμέ-νος, ρώτησε τους γονείς του: «Μα, τέλος πάντων, μήπως
ήταν άγγελος ο Ερμής»;
«Ναι», του λένε, με μια φωνή, «ήταν ο φύλακας-άγγελος των
αρχαίων Ελλήνων».
Από τις Ιστορίες του Πέτρου του βιβλιοφάγου.
Χάρτης,18 {Ιούνιος 2020}
{Το χαρτάκι}