27 Ιουνίου, 2025

Ιστορική επιστήμη,ιστορική μνήμη και πολιτική

 




 

Για τη γενοκτονία των Ποντίων

Αλεξάνδρα Δεληγιώργη,alexandradeligiorgi.gr
 
 ομ. καθηγήτρια φιλοσοφίας,συγγραφέας
 
 Περιοδικό  Χρόνος, 12.2015

Θέμα αυτού του άρθρου δεν είναι οι εντάσεις που προκάλεσε η δήλωση με την οποία ο υπουργός Παιδείας κ. Φίλης επανέλαβε την άποψή του περί εθνοκαθάρσεως των Ποντίων, αλλά το επιχείρημα της επιστημονικότητας που επικαλέστηκε για την υποστήριξή της.

Το θέμα της επιστημονικότητας απόψεων που άπτονται της ιστορικής μνήμης αξίζει να μας απασχολεί, γιατί ακόμη και αν, υπό την πίεση των αντιδράσεων της κοινής γνώμης, αποσύρονται προς στιγμήν, μπορούν και αξιώνουν την ισχύ τους, ενώ, την ίδια στιγμή, η κοινή γνώμη ελέγχεται ως υπερασπιζόμενη μύθους που ναι μεν εκφράζουν επώδυνες ιστορικές εμπειρίες, αλλά είναι άσχετοι με τα πορίσματα της ιστορικής έρευνας.

Το ζήτημα, επομένως, πότε και υπό ποιους όρους μια ιστορική άποψη είναι επιστημονική έχει τη σημασία του, αφού ο ρόλος της ιστορικής επιστήμης δεν είναι να κατασκευάζει μυθεύματα ή ιδεολογήματα, αλλά να περιορίζει την παρέμβασή τους όχι μόνο στην έρευνα αλλά και στον επηρεασμό της κοινής γνώμης, όταν μάλιστα η τελευταία παρεμποδίζει τη χάραξη μιας φωτισμένης και επωφελούς για την κοινωνία πολιτικής.

Το ζήτημα της επιστημονικότητας των ιστορικών απόψεων, αν και καθαρά επιστημολογικό, έχει σχέση με την πολιτική διαχείριση της ιστορικής μνήμης, πράγμα που γνωρίζουν οι πολιτικοί, αρκεί να διαθέτουν ευρύτερη μόρφωση, βαθύτερη παιδεία και στέρεη πολιτική συγκρότηση. Πορτογάλος συνάδελφος, το 2011, μου έλεγε εν προκειμένω ότι, παράλληλα με τις υποχρεώσεις του στο Νέο Πανεπιστήμιο της Λισαβόνας, δίδασκε φιλοσοφία και ρητορική σε σχολή πολιτικής∙ αντικείμενα άχρηστα για τον επαγγελματία πολιτικό, αλλά απαραίτητα για το λειτούργημα του πολιτικού που τον βοηθούν να αποφεύγει, μεταξύ άλλων, ολισθήματα που θίγουν την ιστορική αλήθεια και τη διερεύνησή της στο πλαίσιο της ιστορικής επιστήμης. Όταν, λοιπόν, ο πολιτικός επικαλείται την επιστημονικότητα της άποψης που υπερασπίζεται, εννοείται ότι γνωρίζει υπό ποιους όρους διαμορφώθηκε.

Κι εδώ ακριβώς κρίνεται αναγκαία η περιήγηση στην επιστημολογία, όπου διαπιστώνουμε ότι στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών τρία διαφορετικά επιστημονικά παραδείγματα, με τη δική του λογική και τις δικές του εννοιολογικές κατηγορίες το καθένα, ερίζουν περί του τι ορίζει την επιστήμη, την απόβλεψή της και τα όρια των γνωστικών της δυνατοτήτων: Το θετικιστικό/εμπειρικό επιστημονικό παράδειγμα αποβλέπει στην πρόβλεψη (έλεγχο) των κοινωνικών φαινομένων, βάσει των νόμων που διέπουν τη λειτουργία τους. Διαφέρει, επομένως, από το ερμηνευτικό επιστημονικό παράδειγμα που αποβλέπει στην κατανόηση της ιδιαιτερότητας των κοινωνικών φαινομένων και από το διαλεκτικό επιστημονικό παράδειγμα που συνδυάζει την εξήγηση της λειτουργίας των κοινωνικών φαινομένων με την κατανόηση της δυναμικής τους και της ιδιαιτερότητας που αυτή συνεπάγεται.* Είναι λογικό, επομένως, να διίστανται οι απόψεις τους περί επιστημονικότητας.

Στο πεδίο της ιστορικής επιστήμης, που εδώ μας ενδιαφέρει, αναπτύχθηκαν πολλαπλές ιστορικές σχολές, οι οποίες, αντίθετες με ιστορικιστικές και τελεολογικές φιλοσοφίες της Ιστορίας, δεν αμφισβητούν το επιστημονικό στάτους της Ιστορίας και της ιστοριογραφίας. Σε όποια σχολή και αν ανήκουν, οι ιστορικοί επιστήμονες μελετούν είτε τις κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές δομές κοινωνιών του πρόσφατου ή απώτερου παρελθόντος είτε κρίσιμα ιστορικά συμβάντα και γεγονότα, για την αυστηρή τεκμηρίωση των οποίων ερευνούν το διαθέσιμο αρχειακό και άλλο υλικό. Με τη μελέτη δομών, συμβάντων και γεγονότων, η ιστορική επιστήμη διασώζει την Ιστορία ως τη μακροβιότερη επένδυση του ανθρώπου και εναντιώνεται στη λήθη ή στη σκόπιμη ιστορική αμνησία την οποία καλλιεργούν αντιδραστικές κατά κανόνα και αντιδημοκρατικές πολιτικές.

Η παρείσφρηση στην ιστορική έρευνα ιδεολογικών και πολιτικών θέσεων, η απόκρυψη αρχειακού υλικού, η παραποίηση ή η εξαφάνιση των ιστορικών μαρτυριών ως μέσο άσκησης εθνικής ή κοινωνικής πολιτικής που παρατηρείται σε καθεστώτα υπανάπτυκτων και πολιτικά εύθραυστων χωρών έδωσε λαβή ώστε στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών, πέραν των τριών επιστημονικών παραδειγμάτων, να κάνει την εμφάνισή της, στη δεκαετία του 1970, στο πλαίσιο του μεταδομισμού, και του μεταμαρξισμού που τον ενστερνίσθηκε, η λεγόμενη μεταδομιστική κριτική.

Η μεταδομιστική κριτική επιδόθηκε στην αποδόμηση του λόγου που εκφέρει η ιστορική επιστήμη, και μέσω αυτής οδηγήθηκε στη θέση ότι η ιστορία με γνώμονα σκοπιμότητες, συμφέροντα ή ιδεολογίες κατασκευάζει αφηγήματα ανάλογα με εκείνα της φιλοσοφίας και της λογοτεχνίας. Είχε προηγηθεί, στα χρόνια του ’60, η ευρεία απήχηση του δομισμού στο πεδίο της εθνολογίας, που, σε συνεργασία με τη δομική γλωσσολογία και τη λακανική ψυχανάλυση, εγκαινίασε τη στροφή της επιστημονικής έρευνας από την τάξη πραγμάτων που καθόριζαν οι οικονομικές δομές μιας κοινωνίας στην τάξη του λόγου. Κι αυτό γιατί ο λόγος, μέσω της γλωσσικής συμβολοποίησης, μπορεί και επικαθορίζει όσα διαμείβονταν όχι μόνο στην υπερδομή (θεσμοί, ιδεολογικοί μηχανισμοί, πολιτικές πρακτικές κ.λπ.) αλλά και στην υποδομή της κοινωνίας (οικονομία).

Επικεντρωμένος στην τάξη του λόγου και στον γλωσσικό συμβολικό επικαθορισμό του πραγματικού, ο μεταδομισμός καθιέρωσε ως όργανο ανάλυσης την ντεριντιανή μέθοδο της αποδόμησης, που βρήκε απήχηση και στο πεδίο της ιστορίας και έστρεψε τους θιασώτες της ιστορικής αποδόμησης στη διεπιστημονική μελέτη της τάξης του λόγου. Την ίδια περίοδο, είχε αρχίσει να συγκροτείται ένα νέο επιστημονικό παράδειγμα, η λεγόμενη επιστήμη της πολυπλοκότητας, η οποία, με βάση τη μη αναγώγιμη πολυπλοκότητα των γνωστικών αντικειμένων, σωστά υποστήριζε ως αναγκαία τη διεπιστημονική συνεργασία πολλαπλών και διαφορετικών επιστημονικών κλάδων. Πράγμα που ώθησε τον μεταδομισμό να επιμείνει στο άνοιγμα της ιστορικής επιστήμης όχι τόσο στην κοινωνιολογία, όπως υποστήριξαν μαρξιστές και μη θεωρητικοί –από τον G. Gurvitch τη δεκαετία του ’60 έως τον Im. Wallertsein αργότερα–, αλλά στην πολιτισμική ανθρωπολογία και στην εθνογραφία, ως κατεξοχήν πεδία μελέτης της τάξης του λόγου. Ειδικά η εθνογραφία, ενώ στο παρελθόν μελετούσε τις λεγόμενες μη προμηθεϊκές κοινωνίες που λανθασμένα θεωρήθηκαν ανιστορικές επειδή δεν διέθεταν γραπτό λόγο, μπορούσε τώρα, σε συνεργασία με την ιστορία και την ιστοριογραφία, να μελετήσει το εθνογραφικό υλικό που έμενε εκτός έρευνας ως μη ενσωματώσιμο στους κυρίαρχους λόγους της κοινωνίας ή του συστήματος οργάνωσής της.

Οι μεταδομιστές ιστορικοί της αποδόμησης επέμεναν στη συνεργασία της ιστορίας και της ιστοριογραφίας με την πολιτισμική ανθρωπολογία και την εθνογραφία προκειμένου να αποφύγουν τη μέθοδο της διαλεκτικής άρνησης και το ρόλο που έπαιζε ως μοχλός μετασχηματισμού παραδεδομένων συστημάτων σκέψης. Στο σημείο αυτό, ακολούθησαν το εγχείρημα του Ζ. Ντεριντά να ενσωματώσει τον δομισμό στην Κριτική, καθιστώντας την όργανο αποδιάρθρωσης κυρίαρχων λόγων. Παραμερίζοντας τη μέθοδο της διαλεκτικής άρνησης, η ντεριντιανή κριτική αποδιάρθρωνε τα ήδη ισχύοντα μοντέλα ερμηνευτικής και διαλεκτικής προσέγγισης, χωρίς να αναδεικνύει νέους τρόπους ερμηνείας και εξήγησης.

Το κενό θετικότητας που δημιούργησε η αποδομητική κριτική προκαλούσε περισσότερα προβλήματα από όσα έλυνε, καθώς επέτρεπε τον εντοπισμό λανθασμένων τρόπων ερμηνείας και εξήγησης, αλλά δεν άνοιγε δρόμους για άλλους, αξιόπιστους και έγκυρους. Με την αποδόμηση, οι κοινωνικοί επιστήμονες μάθαιναν τι να μην κάνουν, αλλά όχι τι να κάνουν στο πλαίσιο της έρευνας. Αυτό το κενό θετικότητας ο Ντεριντά επιχείρησε να το καλύψει, στην ύστερη φάση του έργου του, με τα κείμενά του για τον ρατσισμό, τη φιλία, τη φιλοξενία, την επανάσταση κ.ά.

Την ίδια περίοδο, ο Μ. Φουκώ άσκησε κριτική στο ρόλο που παίζει η γνώση στην εδραίωση μιας τάξης λόγου, πράγμα που έθεσε εκ νέου το ζήτημα της εγκυρότητας και της ιστορικής επιστήμης, και κατ’ επέκταση της αξιοπιστίας της επίσημης ιστορίας που επέβαλε, αποσιωπώντας ή παραποιώντας εκείνες τις αθέατες όψεις της ιστορικής πραγματικότητας που μια εδραιωμένη τάξη του λόγου θεωρεί ασύμφορες ή και επικίνδυνες, επειδή ακριβώς αποκαλύπτουν τους μηχανισμούς εξουσίας που την επέβαλαν.

Ο Φουκώ, όπως και ο Ντεριντά, θεώρησε αναγκαία την κριτική της εξουσιαστικής γνώσης και των επιστημών που την παράγουν, διαμορφώνοντας, με τη μεσολάβησή της, πεδία μάθησης σε συμφωνία με τον κυρίαρχο λόγο και τους μηχανισμούς. Διακρίνοντας την εξουσιαστική γνώση από την αληθινή γνώση, ο Φουκώ απέδωσε την αληθινή γνώση στον ποιητικό λόγο, αφήνοντας έτσι να εννοηθεί ότι τα επιστημονικά παραδείγματα που κατορθώνουν να ισχύσουν έχουν περισσότερο σχέση με την άσκηση και την επιβολή της εξουσίας παρά με την αναζήτηση της αλήθειας∙ πράγμα που πίστευαν όχι μόνο οι ιδεαλιστές φιλόσοφοι αλλά και ο Μαρξ και η Κριτική Θεωρία της Σχολής της Φρανκφούρτης, που όριζαν υπό ποιους όρους η γνώση, αντί να εξουσιάζει, χειραφετεί.

Ο Φουκώ, αποδίδοντας στην εν γένει επιστημονική γνώση καθαρά εξουσιαστικό χαρακτήρα, άφηνε να εννοηθεί ότι, μέσω της κριτικής, μπορούμε να ξέρουμε τι είναι ψευδές, αλλά για το τι είναι αληθές, πιο σωστό είναι να ανατρέχουμε στις ποιητικές δημιουργίες της τέχνης, είτε αυτή είναι η τέχνη του λόγου είτε η ζωγραφική. Κι ενώ φάνηκε να στρέφεται εναντίον του θετικιστικού επιστημονικού παραδείγματος που προτάσσει τον έλεγχο, δεν απέφυγε, ακολουθώντας τον θετικισμό, να αναγνωρίσει ως αδιαμφισβήτητο το επιστημονικό στάτους των θετικών επιστημών ως των μόνων ικανών, με βάση τη μαθηματικοποίηση των δεδομένων τους, να περάσουν το κατώφλι της επιστημονικότητας. Δυνατότητα που αποκλειόταν εξ ορισμού στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες.

Αυτήν τη σαφώς θετικιστική άποψη ο Φουκώ την ενέταξε στο πλαίσιο ενός «χαρούμενου», όπως τον απεκάλεσε, θετικισμού, σύμφωνα με τον οποίο οι μη επιστημονικές κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες δεν θα είχαν άλλον λόγο ύπαρξης από την αυτοαποδόμησή τους.

Συνδέοντας την επιστημονική γνώση, αποκλειστικά και μόνο, με την άσκηση εξουσίας, ανεξαρτήτως του επιστημονικού παραδείγματος που την παράγει και μεταθέτοντας τη δυνατότητα αληθούς και χειραφετητικού λόγου αποκλειστικά στην ποίηση, ο Φουκώ άφηνε –και σωστά, άλλωστε– να καταρρεύσει το θετικιστικό αξίωμα περί της ουδετερότητας του επιστήμονα, χωρίς όμως να διασώζει το κύρος της ερμηνευτικής ή της διαλεκτικής επιστήμης από τις βολές που ο ίδιος εκτόξευε εναντίον της επιστήμης εν γένει για μη αντικειμενικότητα και μεροληψία. Αν όμως όλες οι θεωρίες σε οποιοδήποτε επιστημονικό παράδειγμα και αν υπάγονται, και ανεξαρτήτως των εννοιολογικών και μεθοδολογικών κατηγοριών τους, είναι εξουσιαστικές, τότε από την παραγωγή γνώσης κρίνεται παραγωγικότερη η κριτική αποδόμησή της.

Με αυτόν τον ριζικό σκεπτικισμό, ο Φουκώ απέφυγε να υιοθετήσει το πρίσμα της Κριτικής Θεωρίας της Σχολής της Φρανκφούρτης, γιατί, αν το έκανε, θα ήταν υποχρεωμένος να πάρει θέση ως προς την εγκυρότητα ή μη των επιστημονικών παραδειγμάτων που υπερασπίστηκαν οι θεωρητικοί και κοινωνικοί επιστήμονες της Σχολής της Φρανκφούρτης. Ο Φουκώ εγκαινίασε, έτσι, μια νέα παράδοση Κριτικής, που απέκλειε από την επιστήμη τη δυνατότητα αναζήτησης της αλήθειας, συνδέοντάς την εξ ορισμού με την άσκηση και την επιβολή εξουσίας.

Αυτή η νέα αρνητική Κριτική, αντί να κλείσει, άνοιγε πολλαπλά μέτωπα διαμάχης και έριδας μεταξύ των επιστημονικών θεωριών που, αποδομώντας η μια την άλλη, οδηγούνταν σε μιαν αμοιβαία αμφισβήτηση της επιστημονικότητας εαυτών και αλλήλων. Αποτέλεσμα ήταν να αποκαθηλώνονται τα ήδη διαμορφωμένα κριτήρια επιστημονικότητας, χωρίς όμως να επαναπροσδιορίζονται οι προϋποθέσεις για την παραγωγή αληθούς γνώσης και για την επεξεργασία αυστηρότερων κριτηρίων αποτίμησης και αξιοθέτισής της. Με τον τρόπο αυτόν, η αποδομητική Κριτική έσυρε τις κοινωνικές επιστήμες και τις Σχολές που αναπτύχθηκαν στο πεδίο τους σε μια γενική ανυποληψία, μηδενίζοντας το ρόλο που έπαιζαν μέχρι τότε η επιστημολογία και η φιλοσοφία των κοινωνικών επιστημών ως το μόνο αρμόδιο δικαστήριο εκδίκασης των υποθέσεων μη αληθούς γνώσης και των επιστημονικών παραδειγμάτων που ευθύνονταν για την παραγωγή της.

Το ζήτημα της αξιοπιστίας και της εγκυρότητας των ιστορικών απόψεων μετατέθηκε από το πεδίο της επιστημολογίας και της φιλοσοφίας της επιστήμης στο πεδίο της πολιτισμικής ανθρωπολογίας και της εθνογραφίας, όπου τα γνωστικά αντικείμενα (μύθοι, συναισθήματα, φαντασιώσεις, τραύματα, αφηγηματικές θεραπείες τους) λειτούργησαν τα ίδια ως κριτήρια αποτίμησης της γνώσης που παρήγαγε η προσέγγισή τους. Είναι όμως φαεινότερο του ηλίου ότι οι μέθοδοι που συγκροτούνται για τη μελέτη συναισθημάτων, τραυματικών βιωμάτων, φαντασιώσεων, υποκειμενικών προβολών κ.λπ. δεν μπορούν, ούτε θα είχε νόημα, να είναι συναισθηματικές, μια και δουλειά της επιστήμης είναι να προσδιορίζει τα αντικείμενα που μελετά με τρόπο κατά το δυνατόν αντικειμενικότερο, ακριβέστερο και πληρέστερο, αντίθετα με τη δουλειά της τέχνης και της λογοτεχνίας που είναι να συγκινεί, μεταδίδοντας το ξένο βίωμα και λυτρώνοντας τον αναγνώστη διά της καθάρσεως.

Τέτοιοι ισχυροί τριγμοί όσον αφορά την επιστημονικότητα των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών, και ειδικότερα της ιστορικής επιστήμης και της ιστοριογραφίας που εδώ μας ενδιαφέρει, είχαν ως αποτέλεσμα οι ιστορικές γνώσεις να εμφανίζονται ως ιδεολογικά, μυθοποιητικά ή φαντασιωτικά αφηγήματα, και το αντίστροφο, τα μυθοποιητικά και φαντασιωτικά αφηγήματα να περνούν ως γνώσεις.

Στο γνωσιοθεωρητικό χάος που προέκυψε, είναι φυσικό να ξανατεθεί το ερώτημα περί του τι είναι η ιστορική επιστήμη και με ποιες μεθόδους διασώζει την ιστορική μνήμη και διαχειρίζεται τη λήθη, όποτε κρίνεται αναγκαίο ή πολιτικά σκόπιμο. Γιατί η αποδόμηση της ιστορικής επιστήμης, χωρίς αναδόμηση, αν δεν αποσκοπεί, έχει πάντως σαν αποτέλεσμα να κλονιστεί η εγκυρότητα και επομένως και η βαρύτητα των πορισμάτων των ιστορικών ερευνών, αφού αυτά δεν μπορούν να κριθούν ως αξιόπιστα και έγκυρα παρά μόνο στο σύστημα αναφοράς τους και στα συγκείμενά τους, κάθε φορά. Παρ’ όλα αυτά, τη νομιμότητά της η αποδομητική κριτική την εξασφάλιζε από τις δημοκρατικές αρχές του πλουραλισμού και της διαφοράς εννοούμενες ως προεκτάσεις των θεμελιωδών για τη δημοκρατία αρχών της ελευθερίας και της ισότητας.

Σε αυτό το μεταμοντέρνο υπερσχετικιστικό νοηματικό πλαίσιο, η εγκυρότητα των ιστορικών πορισμάτων δεν ελεγχόταν πλέον ως προς τις μεθόδους ανάλυσης και τεκμηρίωσής τους, αλλά ως προς την απήχηση που είχαν στην επιστημονική κοινότητα και, στη συνέχεια, στην ευρύτερη δημόσια σφαίρα τα αφηγήματα που συγκροτούσαν, συμβάλλοντας έτσι στη διαμόρφωση του δημόσιου συλλογίζεσθαι, και μέσω αυτού στη στήριξη ή στη χάραξη μιας διαφορετικής εσωτερικής ή εξωτερικής πολιτικής.

Τη δεκαετία του 1990, και εν μέσω των εντάσεων που προκάλεσε το σκοπιανό ζήτημα, ένα ρεύμα Ελλήνων ιστορικών είχε ήδη ασπαστεί τη μεταμοντέρνα αποδομητική κριτική της Ιστορίας που ανήγε την ιστορική επιστήμη σε ένα corpus αφηγηματικών κατασκευών, παρά το γεγονός ότι έπληττε το κύρος της επιστημονικής ιστοριογραφίας, πράγμα που δεν είχαν διανοηθεί να κάνουν μέχρι τότε φωτισμένοι ιστορικοί, όπως λ.χ. ο Ν. Σβορώνος, κ.ά. Του λόγου το αληθές ότι η Ιστορία κατασκευάζεται επιβεβαίωναν τα μυθεύματα περί σκοπιανού Μεγάλου Αλεξάνδρου, περί Μακεδονίας των Σκοπίων, και άλλα ανάλογα, με βάση τα οποία καθυστερημένες παρά προηγμένες χώρες χαράζουν την πολιτική τους.

Με την ίδια λογική, ωστόσο, δεν άργησαν να διατυπωθούν και ελληνικά ιστορικά αφηγήματα που σχετικοποιούσαν την αλήθεια των ιστορικών γεγονότων, με την πρόθεση να επουλώσουν ιστορικά τραύματα ή να απαλύνουν το βάρος του τουρκικού ζυγού στην Τουρκοκρατία, και άλλα ανάλογα περί συνωστισμού στην καιγόμενη Σμύρνη, περί μη γενοκτονίας των Ποντίων, κ.λπ. Τα αφηγήματα αυτά εναντιώνονταν στο πνεύμα του ελληνικού μεγαλοϊδεατισμού και στον εθνικισμό που υπέθαλψαν γεγονότα του παρελθόντος που παρεμπόδιζαν την αποκατάσταση σχέσεων ειρήνης και φιλίας με τις γειτονικές χώρες, και κυρίως με την Τουρκία. Η πρόθεση ήταν να συμβάλουν στη χάραξη μιας εξωτερικής πολιτικής που θα βοηθούσε τη χώρα να μειώσει τις στρατιωτικές της δαπάνες, επενδύοντας σε άλλους νευραλγικότερους για την κοινωνία τομείς. Ωστόσο, φαίνονταν να παραβλέπουν ότι οι πολιτικές καλής γειτονίας και συνεργασίας των χωρών, για να ευοδωθούν και να καρποφορήσουν, προϋποθέτουν ως αναγκαία την αμοιβαία αναγνώριση των κοινών συμφερόντων τους. Κι αυτή την αμοιβαιότητα καμιά κριτική αποδόμηση δεν είναι σε θέση να την εξασφαλίσει.

Τέτοια αφηγήματα αναντίστοιχα με την αλήθεια των ιστορικών γεγονότων, κάνοντας την εμφάνισή τους στη δημόσια σφαίρα ούτε είκοσι χρόνια μετά την εισβολή στην Κύπρο, ξεσήκωσαν και ξεσηκώνουν ακόμη αντιδράσεις της κοινής γνώμης, αφού, χωρίς να έχουν τα θετικά αποτελέσματα που επιδιώκουν ή προσδοκούν, βοηθούν την προσπάθεια της Τουρκίας να σβήσει τα ίχνη των εγκλημάτων που διέπραξε για την εξόντωση Αρμενίων, Ποντίων και άλλων αλλοεθνών ή αλλόθρησκων μειονοτήτων και την υφαρπαγή των περιουσιών τους.

Ο Νίτσε έλεγε ότι όσα έχουν ιστορία δεν επιδέχονται ορισμό. Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με τον ορισμό του ΟΗΕ η γενοκτονία είναι ένα μέσο εθνοκάθαρσης, ένα έγκλημα, δηλαδή, στην υπηρεσία ενός ευρύτερου εγκληματικού εγχειρήματος, με την ολοκλήρωση του οποίου αυταρχικά καθεστώτα επιδιώκουν και πετυχαίνουν την κυριάρχισή τους. Αυτό έγινε με τη γενοκτονία των Αρμενίων και των Εβραίων τον 20ό αιώνα, που αναγνωρίστηκαν διεθνώς.

Πώς είναι δυνατόν να μη γίνει το ίδιο και με τη γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, που διασώζουν μαρτυρίες, χρονικά, μελέτες, έγγραφα, επιστολές, ακόμη και πρακτικά της τουρκικής βουλής, που επιδέχονται αυστηρή επιστημονική τεκμηρίωση;

Η Χάνα Άρεντ, έχοντας κατά νου τη δυνατότητα φαλκίδευσης των ιστορικών γεγονότων, είχε διακρίνει την αλήθεια των ιστορικών γεγονότων από την αλήθεια αξιωμάτων, ορθολογικών προτάσεων, επιστημονικών ανακαλύψεων ή θεωριών και υποστήριξε ότι οι αλήθειες των γεγονότων είναι πολύ πιο εύθραυστες, αφού, αντίθετα με τις αλήθειες του θεωρείν που εναντιώνονται στην άγνοια και την νικούν εντέλει, οι αλήθειες των ιστορικών γεγονότων έχουν να αντιπαλέψουν το ψέμα και την εσκεμμένη σφαλερότητα (H. Arendt, Verité et politique, σς. 293-295).

Αυτός ίσως είναι ο πλέον ουσιαστικός λόγος που, ασχέτως εάν η επίσημη ή η ανεπίσημη ιστορία κατασκευάζεται, η ιστορική επιστήμη οφείλει, αν θέλει να συνεχίσει να διασώζει την αλήθεια των ιστορικών γεγονότων, να βελτιώνει τις μεθόδους και τις τεχνικές τεκμηρίωσης του υλικού που μελετά και να επεξεργάζεται όσο το δυνατόν αντικειμενικότερα κριτήρια ικανά να εγγυηθούν την αμερόληπτη εξαγωγή των πορισμάτων της.

Μόνο με αυτούς τους όρους θετικότητας, η ιστορική επιστήμη μπορεί να υπάρξει ώστε σε θέματα ιστορικής μνήμης των λαών να έχει τον πρώτο λόγο, όπως θα όφειλε, άλλωστε, αφού η επιστημονική γνώση αναγνωρίζεται ως η κατεξοχήν παραγωγική και πολιτική δύναμη ικανή να αποτρέψει τη βία πολέμων, διώξεων και τρομοκρατίας.

Και πράγματι, η ιστορική επιστήμη, με βάση το αίτημα της αντικειμενικότητας και της ευρύτερης δυνατής απήχησης του δημόσιου συλλογίζεσθαι που υπηρετεί μπορεί, σε θέματα ιστορικής μνήμης, να έχει τον πρώτο λόγο, αφού τα ενθυμήματα που διασώζει με τρόπο αποδεικτικό μπορούν να γίνουν οδηγός πλεύσης και για τη χάραξη μιας δίκαιης και επωφελούς πολιτικής.

Έτσι, όσον αφορά την άποψη για τη μη γενοκτονία των Ποντίων που υπερασπίστηκε ο κ. Φίλης, το ερώτημα είναι αν πρόκειται για αποδεικτικό ενθύμημα που συμφωνεί με την αλήθεια των ιστορικών γεγονότων ή για απλό μύθευμα που γέννησαν οι διώξεις και η προσφυγιά του μικρασιατικού ελληνισμού.

Με γενικότερους όρους, το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η ιστορία κατασκευάζει μνημονικά αφηγήματα, οπότε παύει να είναι επιστήμη, ή αν διασώζει την αλήθεια των ιστορικών γεγονότων, οπότε είναι επιστήμη. Μας ενδιαφέρει να υπάρχει επιστήμη ως διερεύνηση της αλήθειας στο μέτρο που μπορεί να διασφαλίζει τη δημοκρατία∙ πολίτευμα που είναι αδύνατο να υπάρξει και να ενισχυθεί χωρίς τη σύγκλιση θεωρίας και πράξης.

Πώς όμως η ιστορική επιστήμη και η πολιτική μπορούν να συγκλίνουν, τη στιγμή που η εποχή μας και η ιστορική εμπειρία της επιβεβαιώνει με τον σκληρότερο τρόπο το χάσμα θεωρίας και πράξης; Τόσο η συντηρητική φιλελεύθερη και νεοφιλελεύθερη πολιτική όσο και η λεγόμενη παραδοσιακή θεωρία που την νομιμοποιεί, στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών, δεν προτάσσουν ως ευκταία και εφικτή τη σύζευξη θεωρίας και πράξης. Αντίθετα, την αποκλείουν εξ ορισμού, υποτιμώντας συστηματικά τον αναγκαίο κρίκο που διαμεσολαβεί για τη γεφύρωσή τους.

Ο αναγκαίος κρίκος που διαμεσολαβεί για τη σύζευξη επιστήμης και πολιτικής, θεωρίας και πράξης, είναι το κρίναι λόγω, που καμία σχέση, βέβαια, δεν έχει με τη γνωστή μας λογοκρισία. Το κρίναι λόγω έχει σχέση με την απαξιωμένη ορθοκρισία που διαμεσολαβεί ώστε τα αποδεικτικά ενθυμήματα που συγκροτεί η ιστορική επιστήμη να μπορούν να γίνονται βάση ή σύμβουλος για τις επιλογές και τις αποφάσεις στο πεδίο της πολιτικής.

Αν το κρίναι λόγω διαμεσολαβεί ώστε η κατεύθυνση και η προοπτική της πολιτικής να μπορεί να συνδεθεί με τη θεωρητική και την επιστημονική γνώση είναι γιατί αποτελεί τον ίδιο εγγενή όρο του πράττειν και του πάσχειν που κάνουν να προκύψει η Ιστορία. Και αν η αλήθεια των ιστορικών γεγονότων που διασώζει η Ιστορία έχει κεφαλαιώδη σημασία είναι γιατί χωρίς αυτήν δεν μπορούμε να κρίνουμε ορθά για το τι μπορεί να γίνει στο παρόν και στο μέλλον. Ούτε καν να πράξουμε μπορούμε, αφού δεν πράττουμε με το ένστικτο, αλλά με τη φρόνηση ή με την ακρισία που επιβάλλει η ωμή και άνευ όρων επιδίωξη του συμφέροντος. Το ίδιο ισχύει όχι μόνο για όσα έπραξε αλλά και για όσα υπέστη ένας λαός, που είναι αποτέλεσμα των όσων αποφασίζουν και πράττουν άλλοι εις βάρος του, για δικούς τους λόγους, βλέψεις, συμφέροντα.

Αν λοιπόν το κρίναι λόγω, βασισμένο στην αλήθεια των ιστορικών γεγονότων που διασώζει η ιστορική επιστήμη, έχει κεφαλαιώδη σημασία είναι γιατί χωρίς κρίση βασισμένη σε αυτήν δεν μπορούμε να έχουμε συναίσθηση των όσων έγιναν στο παρελθόν, ούτε συνείδηση των όσων χρειάζεται να γίνουν τώρα ή στο μέλλον. Αφού η Ιστορία δεν τελειώνει, ούτε εξαντλείται στη γνώση του παρελθόντος, παρά μόνο αν τελειώσουν μια για πάντα πράξεις και παθήματα, πράγμα που προϋποθέτει και συνεπάγεται την εξαφάνιση του ανθρώπινου είδους και το τέλος του ανθρώπου.

Παρά τη σημασία που έχουν και για την πράξη και για τη μνήμη που την διασώζει, αποφεύγουμε τη διαμεσολάβηση στοχαστικών κρίσεων που γεφυρώνουν θεωρία και πολιτική με το πρόσχημα ότι, αντίθετα με τις επιστημονικές κρίσεις που είναι αντικειμενικές, οι κρίσεις που εκφέρουν οι λαοί για όσα έκαναν ή έπαθαν είναι υποκειμενικές. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι τυχαίες, μεροληπτικές, και επομένως αστήρικτες. Γατί; Γιατί αντλούν τη βασιμότητα και την αμεροληψία τους από την αντικειμενικότητα της επιστημονικά τεκμηριωμένης αλήθειας των ιστορικών γεγονότων. Γι’ αυτό μπορούν και απηχούν το κοινό αίσθημα δικαίου που η ιστορική μνήμη τους βοηθά να διαμορφώσουν.

Βέβαια, το κοινό αίσθημα δικαίου, κατά κανόνα, παραβιάζεται από το δίκαιο του ισχυρότερου, που δεν έπαψε να υπηρετεί η πολιτική της dominatio αιώνες τώρα. Γι’ αυτό και μια δημοκρατική, και πολύ περισσότερο μια αριστερή δημοκρατική πολιτική που υπερασπίζεται το κοινό αίσθημα δικαίου έχει λόγο ύπαρξης σε μια κοινωνία που επενδύει ελπίδες στην άσκησή της.

Το κοινό αίσθημα δικαίου υπερασπίζονται οι ποντιακές κοινότητες διεκδικώντας την αναγνώριση της γενοκτονίας των πατέρων τους. Και αν η αναγνώριση των γενοκτονιών στην Ιστορία δεν έχει τη σημασία που αξιώνει να έχει, δεν θα αντιδρούσαν τόσο έντονα όσοι τις διέπραξαν.

Υ.Γ.: Το άρθρο αφιερώνεται στον κερασούντιο προπάππου μου Ιωάννη, που φυλακίστηκε και απαγχονίστηκε το 1915, και στον κερασούντιο παππού μου Αλέξανδρο, που σύρθηκε στις πορείες του λευκού θανάτου λίγα χρόνια μετά.

*Βλ. J. Habermas, Knowledge and Human Interests, Heinemann, Λονδίνο 1972, Α. Δεληγιώργη, Φιλοσοφία των κοινωνικών επιστημών θετικιστικού, ερμηνευτικού και διαλεκτικού τύπου, Ζήτη, Θεσσαλονίκη 2011.


Παρουσίαση του έργου «Εικονικό Μουσείο Μέγας Αλέξανδρος:από τις Αιγές στην Οικουμένη»

 



Στην επέτειο του θανάτου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος άφησε την τελευταία του πνοή στην Βαβυλώνα τον Ιούνιο του 323 π.Χ., η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας παρουσιάζει στο κοινό το έργο «Εικονικό Μουσείο Μέγας Αλέξανδρος: από τις Αιγές στην Οικουμένη», που ολοκληρώθηκε στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία ΕΠΑνΕΚ 2014-2020».

Πρόκειται για μία δικτυακή πύλη αφιερωμένη στον Μέγα Αλέξανδρο, η οποία δίνει την ευκαιρία στον επισκέπτη να παρακολουθήσει μία συνθετική, επιστημονικά έγκυρη και εύληπτη παρουσίαση της πορείας του ήρωα στην ιστορία και στον μύθο, αλλά και όλων εκείνων των ιστορικών εξελίξεων που οδήγησαν στην δημιουργία της Ελληνιστικής Οικουμένης.

Βασικό στοιχείο του Εικονικού Μουσείου αποτελούν οι εξειδικευμένες βιντεολήψεις εκατοντάδων μνημείων, μουσείων και αρχαιολογικών χώρων, που βρίσκονται στην Ελλάδα, την Τουρκία, την Αίγυπτο και την Ιορδανία, αλλά και οπτικό υλικό από μουσεία και χώρους και άλλων περιοχών που εμπλουτίζουν την αφήγηση.

Στο επίκεντρο του εικονικού μουσείου βρίσκεται η συνοπτική αφήγηση του πρώτου επιπέδου, από το οποίο ο επισκέπτης διαδραστικά μπορεί να εμβαθύνει, προχωρώντας στο δεύτερο, όπου θα βρει ένα πλήθος πολυμεσικά αντικείμενα, οργανωμένα σε επτά θεματικές ενότητες. Ψηφιακά παιχνίδια και πολλές συμπληρωματικές πληροφορίες (κείμενα, εικόνες, στοιχεία βιβλιογραφίας κλπ.) μπορεί κανείς να βρει στην βιβλιοθήκη, που αποτελεί το τρίτο επίπεδο του μουσείου.

Η παρουσίαση του έργου στο κοινό θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο 28 Ιουνίου, στις 7 μ.μ., στο Κεντρικό Μουσειακό Κτήριο του Πολυκεντρικού Μουσείου των Αιγών. Η εκδήλωση θα συνδυαστεί με τα εγκαίνια της φωτογραφικής έκθεσης «Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;», με εικόνες από την Κεντρική Ασία, που οργανώθηκε με την υποστήριξη των Φίλων του Πολυκεντρικού Μουσείου των Αιγών.

Την εκδήλωση, στην οποία θα ακουστεί η μουσική που συνέθεσε ειδικά για το ψηφιακό μουσείο ο Δημήτρης Μυστακίδης, θα προλογίσει η αναπληρώτρια προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας Δρ Γεωργία Στρατούλη. Ο φωτογράφος-περιηγητής Πάρης Γαβριηλίδης θα μεταφέρει την εμπειρία του από την σύγχρονη «παρουσία» του Αλέξανδρου στο Ουζμπεκιστάν και το Τατζικιστάν. Η Δρ Αγγελική Κοτταρίδη, επίτιμη έφορος αρχαιοτήτων και πρόεδρος του συλλόγου Φίλων του Πολυκεντρικού Μουσείου των Αιγών, θα παρουσιάσει συνοπτικά το έργο και το κοινό θα έχει την ευκαιρία να δει σε μεγάλη προβολή την ταινία, που αποτελεί την επιτομή της αφήγησης του ψηφιακού μουσείου.

Υπεύθυνη για την σχεδίαση και την υλοποίηση του έργου ήταν η Δρ Αγγελική Κοτταρίδη, η παραγωγή έγινε από την κοινοπραξία των εταιρειών Altervision – Πολύπτυχον. Ιδιαίτερα εποικοδομητική σε όλα τα επίπεδα υπήρξε η συνεργασία με την διαχειριστική αρχή του προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία ΕΠΑνΕΚ 2014-2020».

Το «Εικονικό Μουσείο Μέγας Αλέξανδρος:από τις Αιγές στην Οικουμένη» θα είναι προσβάσιμο από την Δευτέρα 30 Ιουνίου 2025 στην ιστοσελίδα

 

https://alexanderthegreatmuseum.gr/


12 Ιουνίου, 2025

Modern historians about Macedonia –N. G. L. Hammond

 



 

Quote:

 Hesiod would not have recorded this relationship, unless he had believed, probably in the seventh century, that the Macedones were a  greek speaking.The next evidence comes from Persia. At the turn of the sixth century the Persians described the tribute - paying peoples of their province in Europe, and one of them was the ‘yauna takabara’, which meant “Greeks wearing the hat”.



There were Greeks in Greek city-states here and there in the province, but they were of various origins and not distinguished by a common hat. However, the Macedonians wore a distinctive hat, the kausia. We conclude that the Persians believed the Macedonians to be speakers of greek. Finally, in the latter part of the  fifth century a Greek historian, Hellanicus, visited Macedonia and modified Hesiodus genealogy by making Macedon not a cousin, but a son of Aeolus, thus bringing Macedon and his descendants  firmly into the Aeolic branch of the greek speaking family.Hesiod, Persia, and Hellanicus had no motive for making a false statement about the language of the Macedonians, who were then an obscure and not a powerful people. Their independent testimonies should be  accepted as conclusive.”

pages 12 -13

 

 

Quote:

 As we have mentioned in Chapter I, Perdiccas and his brothers came from Argos and Peloponnese. They were members of the Royal house of Argos, the “Teminidae”, descendants of Temenus, whose ancestor was Heracles, son of Zeus; it was this Temenus who led the Dorian tribes into the Argolid and founded Dorian Argos late in the 12th century. Thus Perdiccas came to Macedonia with the aura of divine favor, and he could claim that the Temenidae and the Argeadae were both descended from Zeus and so were diogeneis. To Greeks of the classical period the Temenid name was well known. 



Thus the oracle which was concerned post eventum with he following of the new capital, Aegeae, by Perdiccas began with the line “The noble Temenidae have royal rule over a wealth producing land. Herodotus made a special point of emphasizing that the royal house of Macedonia was Greek by descent, and Thucydides, who questioned much of what Herodotus said, concurred with him in calling the Macedonian kings “Temenidae from Argos”. Almost a century later Isocrates wrote to Philip II, saying “Argos is your fatherland”, and he asked Philip to emulate his father [Amyntas], the founder of the monarchy [Perdiccas], and the originator of the family (Heracles).

page 18

 

Quote:

 

The matter is of only academic interest to a few scholars today. No one in Antiquity doubted the truth of the clam.

page 19

 

 

 

The Macedonian State:The Origins, Institutions and History,N. G. L. Hammond ,1989



21 Μαΐου, 2025

Θεσσαλονίκη:5η Πανελλήνια Χορευτική Συνάντηση Μακεδόνων

 



Μία εορτή του Μακεδονικού Ελληνισμού.

Πανδαισία φορεσιών και ήχων από όλη την Μακεδονία.

Εκατοντάδες χορευτές και χορεύτριες με τοπικές παραδοσιακές φορεσιές χόρεψαν αυθεντικούς παραδοσιακούς Μακεδονικούς χορούς.

ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ:Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολ. Συλ. Μακεδόνων,«Παμμακεδονική Ένωση Ελλάδος»

ΑΙΓΙΔΑ:Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας,Δήμος Θεσσαλονίκης





ΧΟΡΗΓΟΙ:

Γκατζούλη Νίνα ,π. Πρόεδρος Παμμακεδονικής Ένωσης ΗΠΑ

Παπαθανασίου Αμύντας,π. Πρόεδρος Παμμακεδονικής Ένωσης Ν. Αφρικής

Γιαννακάκης Χρήστος, π. Πρόεδρος Παμμακεδονικής Ένωσης Ελλάδος (1991)

 

ΧΟΡΗΓΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ:

Ένωση Δημοσιογράφων Περιοδικού και Ηλεκτρονικού Τύπου

ΧΟΡΩΔΙΑ:

Πολιτιστικός Σύλλογος «ΜΑΚΕΔΟΝΕΣ» Θεσσαλονίκης

ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΛΥΨΗ:

ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΙΑΣΩΣΤΕΣ   

Εθελοντική, Διασωστική, Μη Κερδοσκοπική Οργάνωση.




 

Συμμετείχαν:

ΕΚΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ "Η ΠΕΛΛΑ"

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΣΤΕΓΗ ΚΡΗΝΙΔΩΝ

ΕΞΩΡΑΙΣΤΙΚΟΣ  ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΑΝΟΡΑΜΑΤΟΣ ΔΡΑΜΑΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΛΗΣ ΒΡΥΣΗΣ

ΜΟΥΣΙΚΟΧΟΡΕΥΤΙΚΟΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΣΒΕΣΤΟΧΩΡΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΗΓΕΝΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ ΘΕΡΜΗΣ «Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ»    

ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΘΑΣΟΥ «ΒΑΚΧΟΣ»

ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΣΦΕΝΔΑΜΗΣ ΠΙΕΡΙΑΣ "ΠΆΛΙΑΝΗ"

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΛΟΦΟΥ ΠΙΕΡΙΑΣ  "Ο ΖΙΑΖΙΑΚΟΣ"

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΒΑΛΤΟΤΟΠΙΟΥ ΣΕΡΡΩΝ

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΟΣ ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟΣ  ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΜΜΟΥΔΙΑΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΑΛΙΣΤΡΑΤΗΣ

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΣΤΑΡΤΣΟΒΙΤΩΝ ΚΑΙ ΦΙΛΩΝ Ο ΑΓΙΟΣ ΜΗΝΑΣ

ΠΟΛ. ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΓ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΚΑΙ ΑΠ. ΞΥΛΟΤΡΟΝΩΝ  "Ο Μ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ"

ΕΚΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΡΕΒΕΝΩΝ ΠΙΝΔΟΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΟΜΑΝΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΡΜΟΝΙΑ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ

ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΡΟΜΑΧΩΝ "ΟΙ ΠΡΟΜΑΧΟΙ"

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΤΟΥΜΠΑΣ ΣΕΡΡΩΝ

ΜΟΥΣΙΚΟΧΟΡΕΥΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΠΟΛΗΣ ''ΤΟ ΠΡΑΒΙ''

ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΣ ΕΚΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΑΛΑΙΟΚΑΣΤΡΟΥ

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΣΕΡΡΑΙΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΔΗΜΟΥ ΘΕΡΜΗΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΤΩ ΚΑΜΗΛΑΣ ΣΕΡΡΩΝ

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΝΙΓΡΙΤΑΣ ΣΕΡΡΩΝ «Η ΓΕΡΑΚΙΝΑ»

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΝΕΟΥ ΣΟΥΛΙΟΥ ΣΕΡΡΩΝ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ  ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΕΘΕΛΙΝΟΥ

ΕΚΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΟΙΝΟΥΣΑΣ           

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΒΩΛΑΚΑ

ΜΟΥΣΙΚΟΧΟΡ. Σ. ΠΡΟΣΟΤΣΑΝΗΣ ΔΡΑΜΑΣ «ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ»

ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΣ & ΕΚΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ Σ. ΠΑΓΟΝΕΡΙΟΥ ΔΡΑΜΑΣ

ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΣ Π. Σ. ΝΙΚΗΣΙΑΝΗΣ ΚΑΒΑΛΑΣ «Ο ΑΡΑΠΗΣ»

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΗΓΕΝΩΝ ΚΡΥΑΣ ΒΡΥΣΗΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΟΛΙΝΔΡΟΥ "ΝΙΚ. ΛΟΥΣΗΣ"

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΠΤΟΛΕΜΑΪΔΑΣ Η "ΜΕΡΑ"

ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΛΕΥΚΑΔΙΩΝ "Η ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ"

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΦΙΛΩΝ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΎΛΛΟΓΟΣ ΚΑΤΕΡΊΝΗΣ  "ΔΡΥΆΝΙΣΤΑ"

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΜΠΟΧΩΡΙΟΥ ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΑΣ "ΟΙ ΠΑΙΟΝΕΣ"

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΑΝΩ ΜΗΤΡΟΥΣΙΟΥ « Η ΔΗΜΗΤΡΑ»

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ ΚΑΙ ΘΡΑΚΩΝ ΦΥΛΗΣ

ΛΑΟΓΡ. ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ - ΕΝΩΣΗ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΡΟΔΟΠΟΛΗΣ "Η ΠΡΟΟΔΟΣ"

ΕΚΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ ΚΑΛΩΝ ΔΕΝΔΡΩΝ

ΠΟΛΙΤ. ΣΥΛ. ΜΕΤΕΩΡΩΝ-ΔΗΜΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΜΕΛΑ ''ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ''

ΠΟΛΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΧΑΡΩΠΟΥ ΄΄ ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ΄΄

ΜΟΥΣΙΚΟΧΟΡΕΥΤΙΚΟΣ ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΜΥΓΔΑΛΕΩΝΑ ΚΑΒΑΛΑΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΑΘΛΗΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΨΥΧΙΚΟΥ ΣΕΡΡΩΝ

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΝΕΣΤΟΡΙΟΥ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ

ΕΚΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΠΑΠΑΣ

ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΧΡΥΣΟΧΩΡΙΟΥ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΡΩΜΝΙΩΤΩΝ ¨ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ¨

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΔΡΥΜΟΥ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΝΕΩΝ ΠΟΛΥΠΛΑΤΑΝΟΥ "Ο ΑΓΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ"

ΛΥΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΦΛΩΡΙΝΑΣ

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΣΙΔΗΡΟΚΑΣΤΡΙΝΩΝ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΜΑΥΡΟΧΩΡΙΟΥ "ΕΜΠΝΕΟΟΣ"

ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ  ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΟΝΤΙΣΜΕΝΟΥ  ΣΕΡΡΩΝ







17 Απριλίου, 2025

UNESCO designates February 9 as World Greek Language Day

 



The executive board of UNESCO, the United Nations’ cultural agency, on Monday approved the designation of February 9 as “World Greek Language Day.”

 

The date marks the anniversary of the death of Greece’s national poet, Dionysios Solomos, who passed away in 1857.

 

“This is an international recognition of the timelessness, universality, and contribution of our language to the cultural heritage of humanity. It is a day of joy and pride,” said Georgios Koumoutsakos, the country’s permanent delegate to UNESCO, in a statement to the Athens-Macedonian News Agency.

 

ekathimerini.com


08 Απριλίου, 2025

Αποκατάσταση και ανάδειξη της Αγοράς, στον αρχαιολογικό χώρο του Δίου

 



Το Υπουργείο Πολιτισμού, προχωρεί το έργο της αποκατάστασης και ανάδειξης του μνημειακού συνόλου της Αγοράς στον αρχαιολογικό χώρο του Δίου, δια της αρμόδιας Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας. Το οικοδομικό τετράγωνο της Αρχαίας Αγοράς είναι το πιο σημαντικό τετράγωνο της πόλης του Δίου, καθώς συγκέντρωνε τα δημόσια κτήρια και άλλα οικοδομήματα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής, όπως συγκροτήματα Θερμών και το Ωδείο. Ένα από τα σημαντικά μνημεία της Αγοράς είναι ο κεραμικός κλίβανος, ο οποίος αποκαλύφθηκε στη βόρεια πλευρά του χώρου και χρονολογείται στην ύστερη αρχαιότητα. Είναι ορθογώνιος με δύο θαλάμους, έναν για καύσιμα και έναν για τα κεραμικά. Αποτελείται από τέσσερα ζεύγη ορθογώνιων πεσσίσκων που στήριζαν την εσχάρα, κατασκευασμένων από κεραμικές πλίνθους και πηλό. Επί της μελέτης συντήρησης και ανάδειξής του γνωμοδότησε ομοφώνως θετικά το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο. 

 

Η Υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, δήλωσε: «Το Υπουργείο Πολιτισμού εκτελεί ένα ευρύ και πολυδιάστατο έργο προστασίας και ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου του Δίου, ενός από τους σημαντικότερους, από ιστορική και αρχαιολογική άποψη, αρχαιολογικούς χώρους της Μακεδονίας. Το καλοκαίρι ολοκληρώσαμε την αποκατάσταση του ελληνιστικού θεάτρου του Δίου και το αποδώσαμε στους επισκέπτες και στο κοινό, στο πλαίσιο του 53ου Φεστιβάλ Ολύμπου-Δίου. Ομοίως ολοκληρώθηκαν και οι εργασίες αναβάθμισης των υποδομών υποδοχής και εξυπηρέτησης των επισκεπτών, και πλέον το Δίον διαθέτει ανακαινισμένα από τον Οργανισμό Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων το κτήριο εισόδου-πωλητηρίου και αναψυκτηρίου. Η α΄ φάση του έργου της αποκατάστασης και ανάδειξης της Αγοράς, που υλοποιεί η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πιερίας, ολοκληρώνεται με πόρους του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος Κεντρικής Μακεδονίας ΕΣΠΑ 2021-2027 και εντός του τρέχοντος έτους αναμένεται η έναρξη της επόμενης φάσης.  Στο πλαίσιο του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για την πρόληψη των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην πολιτιστική κληρονομιά, η Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού υλοποιεί έργα αντιπλημμυρικής θωράκισης του αρχαιολογικού χώρου, προϋπολογισμού 2.500.000 ευρώ, με πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης. Παράλληλα, εξελίσσεται η διαδικασία της εκπόνησης μελέτης για την ανακαίνιση του Αρχαιολογικού Μουσείου του Δίου.  Με τα έργα αυτά συμβάλλουμε στην αισθητική και λειτουργική αναβάθμιση αυτού του μείζονος αρχαιολογικού χώρου, και συγχρόνως, στην προσέλκυση ολοένα και περισσότερων επισκεπτών».


31 Μαρτίου, 2025

Πώς έθαβαν τους νεκρούς στην αρχαία Πέλλα

 




Τα συμπεράσματα που προέκυψαν από τη μελέτη 100 τάφων της νότιας πτέρυγας του νεκροταφείου της αγοράς

 

Η αγορά, που βρίσκεται σε κεντρικό σημείο της αρχαίας Πέλλας, ήταν ένα από τα μεγαλύτερα δημόσια κτίρια του αρχαίου κόσμου κατά την ελληνιστική περίοδο.

Πρόκειται για έναν αρχαιολογικό χώρο που αποτελεί φάρο φωτεινό και συμβάλλει ουσιαστικά στην εξέλιξη της επιστήμης της αρχαιολογίας και στον εμπλουτισμό της γνώσης μας για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό.

Οι συστηματικές ανασκαφές που ξεκίνησαν στις αρχές της δεκαετίας του 1980 έφεραν στο φως το μεγαλύτερο μέρος του συγκροτήματος και τους γειτονικούς του δρόμους, στο πλαίσιο της πανεπιστημιακής ανασκαφής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Το συγκρότημα της αγοράς, που κτίστηκε το τελευταίο τέταρτο του 4ου αιώνα π.Χ. ήταν ενταγμένο στο ιπποδάμειο πολεοδομικό σχέδιο καταλαμβάνοντας μία έκταση περίπου 70.000 τ.μ. Αναπτυσσόταν γύρω από μεγάλη κεντρική πλατεία, με στοές στις τέσσερις πλευρές και ορθογώνιους χώρους πίσω τους. Στους χώρους αυτούς εντοπίστηκαν εργαστήρια και καταστήματα κεραμικής, κοροπλαστικής και μεταλλοτεχνίας, καταστήματα πώλησης αγγείων και αρωματικών ελαίων, λαδιού, κρεοπωλεία, ιχθυοπωλεία και χώροι όπου συνέρχονταν σώματα αρχόντων, ιδίως στη βόρεια πτέρυγα. Τέλος, στη νοτιοδυτική γωνία της αγοράς ήρθε στο φως το δημόσιο αρχείο της Πέλλας.

Σε τομές που έγιναν για τη διερεύνηση των οικοδομικών φάσεων διαπιστώθηκε η ύπαρξη προγενέστερου νεκροταφείου των κλασικών χρόνων, που ήταν σε χρήση από το τέλος του 5ου έως και λίγο μετά τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ.

 

Μεγάλη πυκνότητα τάφων

 

Στο πλαίσιο των μελετών τους οι επιστήμονες επικεντρώθηκαν πρόσφατα στη διερεύνηση 100 τάφων της νότιας πτέρυγας, που ήρθαν στο φως από το 1999 έως και το 2017.

Στο εξεταζόμενο τμήμα του νεκροταφείου παρατηρείται σχετικά μεγάλη πυκνότητα τάφων. Η σήμανσή τους γινόταν με τύμβους, οι οποίοι είναι στις περισσότερες περιπτώσεις ολοκληρωτικά κατεστραμμένοι λόγω της μεταγενέστερης ανοικοδόμησης του κτιριακού συγκροτήματος της αγοράς. Ορισμένοι από τους τύμβους ήταν οριοθετημένοι περιμετρικά με αδρούς λίθους.

Οι περισσότεροι από τους τάφους είναι τετράπλευροι λαξευτοί στον μαλακό φυσικό βράχο, χαρακτηριστική μορφή που εμφανίζεται στην Πέλλα και αλλού από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου έως και τους Ελληνιστικούς χρόνους. Στο αρχικό ωοειδές ή ακανόνιστο λάξευμα ανοιγόταν τετράπλευρη ορθογώνια ή τραπεζιόσχημη ταφική θήκη μικρότερου μεγέθους, γύρω από την οποία συχνά λαξεύονταν αναβαθμοί σε μια ή και περισσότερες πλευρές. Ο σκελετός τοποθετούνταν στο όρυγμα σε ύπτια στάση, κυρίως με προσανατολισμό Α-Δ και μικρή απόκλιση ΒΑ-ΝΔ. Οι γυναίκες, όπως συνήθως συμβαίνει στα νεκροταφεία της Μακεδονίας, τοποθετούνταν -όχι όμως πάντα- με την κεφαλή προς τα ανατολικά και οι άνδρες προς τα δυτικά. Από τη μελέτη των οστών, που είναι υπό εξέλιξη, επιβεβαιώνεται ότι στο συγκεκριμένο τμήμα του νεκροταφείου οι παιδικές και γυναικείες ταφές είναι πολύ περισσότερες από τις ανδρικές.

Στο νεκροταφείο της νότιας πτέρυγας απαντούν και άλλοι τύποι τάφων, όπως κεραμοσκεπείς, καλυβίτες, εγχυτρισμοί και ενταφιασμοί σε πήλινες σαρκοφάγους. Οι καύσεις είναι πολύ σπάνιες.

 

Τα κτερίσματα

Στις αδιατάρακτες ταφές τα κτερίσματα είναι σχετικά περιορισμένα. Ωστόσο, σπανίως απαντούν και ταφές με περισσότερα κτερίσματα, όπως μία παιδική. Τα κτερίσματα τοποθετούνταν συνήθως στα πόδια, στη λεκάνη και στα χέρια. Στην κεφαλή βρίσκονται νομίσματα και ενώτια και στους ώμους πόρπες που συγκρατούσαν τα ενδύματα. Τμήματα κατακερματισμένων αγγείων και άλλα ευρήματα που χρησιμοποιούνταν σε τελετές εναγισμών ή αποτελούσαν κτερίσματα προγενέστερων ταφών, ρίχνονταν συχνά στο γέμισμα των τάφων με χώμα και πέτρες. Με το νεκροταφείο μπορούν να συνδεθούν και αρκετά μεμονωμένα ευρήματα που εντοπίστηκαν στις επιχώσεις των δρόμων και των δωματίων της αγοράς.Τα αγγεία, όπως είναι αναμενόμενο, αποτελούν το συνηθέστερο εύρημα. Τα περισσότερα από αυτά ανήκουν στην κατηγορία της λεπτής κεραμικής, ιδίως της μελαμβαφούς και ερυθρόμορφης.

 

Ειδώλια ήρθαν στο φως κυρίως σε παιδικές και γυναικείες ταφές. Απαντούν περιστέρια, καθιστές και όρθιες γυναικείες μορφές, παιδικές μορφές, Σάτυροι, πετεινοί, ζώα και ελάχιστες προτομές. Πρόκειται για τύπους γνωστούς από μεγάλα κέντρα κοροπλαστικής της εποχής, όπως τη Βοιωτία, την Όλυνθο και άλλα. Τα ειδώλια ερμηνεύονται συνήθως ως παιχνίδια ή αντικείμενα με προστατευτικό-αποτροπαϊκό χαρακτήρα. Αν και τα περισσότερα αποτελούν πιθανότατα προϊόντα τοπικών εργαστηρίων, δύο ειδώλια, ένθρονης γυναικείας μορφής και ανακεκλιμένου συμποσιαστή ήταν εισηγμένα, πιθανώς από την Κόρινθο.

 

Εκτός από πήλινα αγγεία, τους νεκρούς των εξεταζόμενων τάφων συνόδευαν και κοσμήματα. Ειδικότερα, βρέθηκαν αργυρά ενώτια, χάλκινα ψέλια, δαχτυλίδια, ψήφοι περιδεραίων, και αρκετές τοξωτές χάλκινες πόρπες. Σε χάλκινο δαχτυλίδι που ήρθε στο φως σε παιδική ταφή, πιθανώς αγοριού, εικονίζεται έκτυπη μορφή σκύλου που βαδίζει.

 

Στα μετάλλινα αντικείμενα των τάφων συγκαταλέγονται σιδερένιες αιχμές ακοντίων και δοράτων, σιδερένιες και χάλκινες στλεγγίδες, σιδερένιο εγχειρίδιο, χάλκινα ωτογλύφανα, κρίκοι, τμήματα χάλκινων αγγείων και άλλα.

 

Νομίσματα ήρθαν στο φως μόνο σε 26 τάφους, που αποτελούν περίπου το 26% του ευρύτερου συνόλου. Όταν βρίσκονται στο στόμα ή στα χέρια του νεκρού, συνήθως συνδέονται με τον «χαρώνειο οβολό», αν και οι συγκεκριμένες αργυρές ή χάλκινες υποδιαιρέσεις συνήθως δεν αντιστοιχούν σε οβολούς. Τα νομίσματα των εξεταζόμενων τάφων, όπως είναι αναμενόμενο, είναι κυρίως κοπές Μακεδόνων βασιλέων.

 

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ακόμη η εύρεση αστραγάλων που είχαν τοποθετηθεί στον θώρακα και στη λεκάνη των σκελετών σε αρκετές ταφές. Οι αστράγαλοι αποτελούν αντικείμενα με ποικίλες ερμηνείες, που απαντούν κυρίως σε παιδικούς και γυναικείους τάφους. Ταυτίζονται συνήθως με παιχνίδια, αλλά και με αντικείμενα με θρησκευτικό ή συμβολικό και προφυλακτικό χαρακτήρα.

 

Ο Ιωάννης Ακαμάτης

 

Δυστυχώς, ο άοκνος διευθυντής της πανεπιστημιακής ανασκαφής της αγοράς, Ιωάννης Ακαμάτης, που πρόσφατα έφυγε από κοντά μας δεν πρόλαβε να δει ολοκληρωμένη τη συγκεκριμένη μελέτη. Ωστόσο, όπως τονίζει ο γιος του και αρχαιολόγος Νίκος Ακαμάτης: «είμαι σίγουρος ότι θα είναι ευτυχής, γνωρίζοντας ότι οι συνεργάτες και μαθητές του θα συνεχίσουν το έργο του ολοκληρώνοντας τις δημοσιεύσεις της αρχιτεκτονικής, της πλαστικής, της κεραμικής, της κοροπλαστικής, των νομισμάτων και των μετάλλινων και λοιπών αντικειμένων από την αγορά, που βρίσκονται σε εξέλιξη».

 

Κυριακή Τσολάκη,ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ


21 Μαρτίου, 2025

Βρέθηκε ο τάφος του Σωσθένη της Μακεδονίας

 



Στην 37η Επιστημονική Συνάντηση για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη παρουσιάστηκε μια άκρως ενδιαφέρουσα ανακοίνωση για την ιστορία της αρχαίας Μακεδονίας, που όσοι την παρακολούθησαν, είτε διά ζώσης είτε διαδικτυακά, θα κατάλαβαν την ιδιαίτερη σημασία της για πολλές πτυχές της ιστορίας της αρχαίας Μακεδονίας.

Το ανέλπιστο εύρημα, όπως επισήμανε ο ανασκαφέας Δρ. Νικόλαος Β. Παππάς, αποκαλύφθηκε περίπου 3,5 χλμ. νοτιοδυτικά του κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου της Πέλλας, εντός του περιβάλλοντος που άλλοτε κάλυπτε η λίμνη των Γιαννιτσών. Κατά την ανασκαφή προέκυψαν πέντε ορύγματα και οκτώ αβαθείς ακανόνιστοι λάκκοι. Ένα από τα ορύγματα, το μόνο ορθογώνιο, ανοίχτηκε για να δεχτεί την ταφή ενός πολεμιστή, ηλικίας 40 και πλέον ετών, ο οποίος κηδεύτηκε μαζί με τον οπλισμό του, μία σιδερένια σάρισσα, ένα σιδερένιο δόρυ, ένα σιδερένιο ακόντιο, δύο σιδερένια μαχαιρίδια, μία σιδερένια στλεγγίδα και τρία πήλινα αγγεία, μια αρυβαλλοειδή λήκυθο με ερυθρόμορφο ανθέμιο, έναν μελαμβαφή σκύφο αττικού τύπου και ένα μελαμβαφές σκυφίδιο. Ο πολεμιστής, ως είθισται, καλυπτόταν με σάβανο, κατάλοιπα του οποίου διατηρήθηκαν στην επάνω επιφάνεια της σάρισσας. Επάνω από τον τάφο και γύρω από αυτόν βρέθηκαν κατάλοιπα των εναγισμών (μεταξύ των οποίων και δύο τεμαχισμένοι σκύλοι) που ακολούθησαν της ταφής και τη σφράγισαν.



Βορειοδυτικά του τάφου του πολεμιστή, σε άμεση γειτνίαση με αυτόν, σε άλλο μεγάλο ωοειδές όρυγμα, είχαν ταφεί σε επάλληλες στρώσεις: 4 άνθρωποι (ένας ενήλικας άνδρας, μία γυναίκα 15-20 ετών, δύο νεογέννητα βρέφη) και 16 ζώα ή τμήματα ζώων (4 άλογα, 7 σκύλοι, 1 κρανίο σκύλου και 4 γνάθοι: δύο σκύλων, ενός αιγοειδούς και ενός αλόγου). Δυτικά του παραπάνω ορύγματος ήρθαν στο φως άλλες 4 ταφές ζώων, 3 ολόκληρων αλόγων και 1 σκύλου.




Η παρουσία οκτώ αλόγων, τα οποία προφανώς ήταν περισσότερα, εάν υπολογιστούν και τα μεμονωμένα οστά που συλλέχθηκαν από την ερευνημένη περιοχή, η εκτροφή των οποίων ήταν πολυδάπανη και κατεξοχήν προνόμιο της ανώτερης τάξης, εύλογα, όπως ανέφερε ο ανασκαφέας, χαρακτηρίζουν τον νεκρό, τον οποίο συνόδευαν, ως ιππέα, με σημαντική κοινωνική προβολή και έντονη παρουσία στα πολιτικά και στρατιωτικά πράγματα της Μακεδονίας. Εκτός από έμβλημα υψηλής κοινωνικής θέσης, το άλογο συνδέεται και με την εξύψωση του επιφανούς νεκρού στη σφαίρα των ηρώων. Σύμφωνα με τον κ. Παππά, από τους διοργανωτές της ταφής υιοθετήθηκε ένα σπάνιο και ασυνήθιστο τελετουργικό με σαφείς αναγωγές στο ηρωικό παρελθόν, συγκεκριμένα στην περιγραφή της ταφής του Πατρόκλου στη ραψωδία Ψ της Ιλιάδας, όπου, εκτός από την προσφορά αλόγων και σκύλων, προσφέρονται προς τιμήν του νεκρού και αιχμάλωτοι Τρώες.


Τα ευρήματα της ανασκαφής, τόσο από το εσωτερικό των τάφων όσο και πάνω από αυτούς, τα οποία τοποθετούνται κυρίως στο πρώτο τέταρτο του 3ου αι. π.Χ. και δη προς το τέλος του, οδήγησαν τον ανασκαφέα στην ταύτιση του αξιωματούχου της ταφής με τον Σωσθένη, τον στρατηγό, που αν και ανακηρύχθηκε από τον στρατό βασιλιάς, υπό το βάρος των έκτακτων πολεμικών αναγκών, επειδή προφανώς είχε διακριθεί ως στρατηγός του Λυσιμάχου κατά τους πολέμους εναντίον των βαρβαρικών φύλων, εντούτοις ο ίδιος δεν αποδέχτηκε τον βασιλικό τίτλο και ζήτησε να τον αναγνωρίζουν ως στρατηγό και όχι ως βασιλιά, πράγμα το οποίο πιθανότατα τον ανέβασε ακόμα περισσότερο στην εκτίμηση των Μακεδόνων (Ιουστίνος 24.5). Παρόλο που ο ίδιος αρνήθηκε τον βασιλικό τίτλο, από τους χρονικογράφους συγκαταλέγεται στους βασιλείς της Μακεδονίας. Στο διάστημα των δύο χρόνων που κυβέρνησε τη Μακεδονία, από το 279 π.Χ. μέχρι τον θάνατό του το 277 π.Χ., ο Σωσθένης, σε αντίθεση με τους τρεις προηγούμενους ανίκανους βασιλείς, γόνους της δυναστείας των Αντιπατριδών (του Πτολεμαίου Κεραυνού, του αδελφού του Μελέαγρου και του Αντιπάτρου του επονομαζόμενου «Ετησία») κατάφερε να αποκρούσει τους Γαλάτες τόσο του Βόλγιου (279 π.Χ.) όσο και του Βρέννου (278 π.Χ.) και να σώσει τη Μακεδονία. Οι πηγές δεν αναφέρουν την αιτία θανάτου του. Εντούτοις, ορισμένοι μελετητές θεωρούν ότι πέθανε αμυνόμενος. Οι Μακεδόνες, όχι μόνο αναγνώρισαν το κύρος και την ικανότητά του, αλλά τον τίμησαν με ένα σπάνιο και ασυνήθιστο τελετουργικό με αναγωγές στο έπος. Για την ταύτιση με Γαλάτες αιχμαλώτους των τεσσάρων ατόμων που βρέθηκαν στο ίδιο όρυγμα με τα σκυλιά και τα άλογα, γεγονός που καθιστά την ταφή αποκλίνουσα, κοντά στην ταφή του Σωσθένη, ο ανασκαφέας, πέρα από το ιστορικό πλαίσιο, βασίστηκε και στην ομοιότητα που παρατηρείται ανάμεσα στην ασυνήθιστη στάση της γυναίκας με αντίστοιχες στάσεις σε τάφους Γαλατών. Όσο φρικτή και υπερβολική κι αν φαίνεται η πράξη της θυσίας αιχμαλώτων, εφαρμόζεται σε χαοτικές καταστάσεις, όταν οι θεσμοί καταλύονται και οι αξίες υπονομεύονται. Είναι το δίκαιο του πολέμου.

 

 Υπό το πρίσμα αυτό, σύμφωνα με τον αρχαιολόγο, ερμηνεύεται καλύτερα και η παρουσία τόσων πολλών σκύλων στο τελετουργικό, η θυσία των οποίων, και δη ο αποκεφαλισμός και ο διαμελισμός ορισμένων, παραπέμπει, ως κατεξοχήν ζώο των καθαρμών, σε μια τελετουργία που αποσκοπεί στον εξαγνισμό και στην προστασία της κοινότητας από το μίασμα. Ο ρόλος τους, με τη συμβολή της Εκάτης ή της Εννοδίας, ήταν να προστατεύσουν από τη μια τους νεκρούς στη μετάβασή τους από την ζωή στον θάνατο, στη μεταθανάτια ζωή, και από την άλλη να αποτρέψουν την επιστροφή των ψυχών στον κόσμο των ζώντων, ιδιαίτερα εκείνων, όπως τα βρέφη, που δε πρόλαβαν να εκπληρώσουν τις επιθυμίες και τον κοινωνικό τους ρόλο, άρα και τις προσδοκίες της κοινωνίας, γι’ αυτό και θεωρούνταν εκδικητικοί.

 

Επιπλέον, μας τόνισε ο κ. Παππάς ότι τεμαχισμό σκύλου (κομμένου στη μέση) περιλάμβανε και η τελετουργία για τον αποτροπαϊκό καθαρμό του μακεδονικού στρατού, που λάμβανε χώρα την πρώτη του μήνα Ξανθικού, πριν από την εαρινή ισημερία (τοῦ δ’ ἔαρος ἀρχομένου), στην ετήσια γιορτή Ξανθικά, στην οποία συνέρρεαν Μακεδόνες όχι μόνο από την πρωτεύουσα, αλλά και από τις γύρω πόλεις και κώμες της. Η συμβολική διάβαση του στρατεύματος μέσα από το τεμαχισμένο ζώο είχε αποτροπαϊκό χαρακτήρα, να απομακρύνει δηλαδή κάθε κακό, επιφέροντας έτσι την ενότητα και τη ετοιμότητα του στρατού για τη νέα πολεμική περίοδο. Επιπλέον, η χώρα, έπρεπε όχι μόνο να μείνει αμίαντη και άθικτη, αλλά και παραγωγική, στοιχεία που κλονίστηκαν κατά τις γαλατικές επιδρομές, κι ίσως δεν είναι τυχαίο που η γιορτή τελείτο τον μήνα Ξανθικό, μήνα κατεξοχήν της άνοιξης, της γονιμότητας, της ανθοφορίας των δένδρων, της αναγέννησης της φύσης, της καρποφορίας της γης. Και τα δύο παραπάνω στοιχεία (καθαρμός από το μίασμα και γονιμότητα) ήταν ευδιάκριτα και στην ταφή που πολεμάρχου (μέσα από την παρουσία σκύλων και τη στάση της γυναίκας αντίστοιχα). Οι συμβολισμοί επεκτείνονται ακόμα παραπέρα, εάν αναλογιστούμε αφενός ότι τόσο ο μήνας όσο και η γιορτή συνδέονται με τον Ξάνθο, προσωνυμία του Απόλλωνα, που σημαίνει τον ολοκάθαρο, αφού πρώτος αυτός, καθάρθηκε και εξαγνίστηκε για τον φόνο που διέπραξε, και αφετέρου εξαιτίας της δικής του παρέμβασης, όπως αναφέρει ο Παυσανίας, ο γαλατικός κίνδυνος αποτράπηκε ολοκληρωτικά. Έτσι, ο θεός δεν εξαγνίζει μόνο, αλλά επιπλέον ενσαρκώνει τον θρίαμβο της τάξης επί του χάους, τη νίκη του φωτός πάνω στο σκοτάδι. Δεν αποκλείεται, επομένως, η γιορτή, εκτός από τον εξαγνισμό του στρατού, για τις θυσίες που διαπράχθηκαν σε περίοδο κρίσης, να είχε σκοπό να διατηρήσει στη μνήμη τη συνεισφορά των Μακεδόνων στην αποτροπή της γαλατικής απειλής, πόσω μάλλον όταν οι πόλεις της νοτίου Ελλάδας, και κυρίως οι Αιτωλοί, δεν άφησαν ανεκμετάλλευτη μια τέτοια νίκη απέναντι σε έναν βάρβαρο εχθρό.

 

Καθώς οι γραπτές πηγές δεν αναφέρουν πού ακριβώς γινόταν η εν λόγω τελετουργία, είχε διατυπωθεί η άποψη ότι ο τόπος αυτός βρισκόταν πιθανότατα έξω από την πόλη. Σύμφωνα όμως με τα νέα δεδομένα, ο κ. Παππάς πιστεύει ότι η ξεχωριστή αυτή τελετουργία λάμβανε χώρα πλησίον του παραπάνω τάφου, ο οποίος, καθώς βρισκόταν κοντά σε σταυροδρόμι και κυρίως επάνω στην οδική αρτηρία, που ένωνε τη νέα με την παλαιά πρωτεύουσα, αποτελούσε προφανώς τοπόσημο για τους Μακεδόνες, ζώσα μνήμη της αποτροπής του γαλατικού κινδύνου.

 

Καταλήγοντας, ο ομιλητής μας ανέφερε ότι πιθανότατα όλη η έκταση των ταφών καλυπτόταν από χαμηλό τύμβο, διαμέτρου περίπου 36 μ., όσο και το μήκος Α-Δ του ερευνημένου χώρου, και ύψους 2,5-3 μ., όπως συμβαίνει συνήθως σε τάφους επιφανών, ο οποίος όμως ισοπεδώθηκε κατά τις εργασίες αποξήρανσης και ισοπέδωσης της λίμνης των Γιαννιτσών στο δεύτερο τέταρτο του 20ού αι.

 

Ευελπιστούμε το ιδιαίτερο αυτό και άκρως σημαντικό εύρημα για την ιστορία της αρχαίας Μακεδονίας και όχι μόνον να αποκτήσει όσο το δυνατόν συντομότερα τον χώρο και την αίγλη που του αξίζει. Γιατί προφανώς και δεν τιμήθηκε τυχαία με ένα τέτοιο σπάνιο και ασυνήθιστο τελετουργικό ένας πολέμαρχος που αγωνίστηκε και πιθανόν πρόσφερε ακόμα και την ζωή του για τη σωτηρία της Μακεδονίας. Άσχετα εάν επισκιάστηκε από τους Αντιγονίδες που τον ακολούθησαν, για τους δικούς τους προφανώς λόγους…

 

 Βασιλική Β. Παππά,fractalart

 

 

 

 




Hans-Georg Gadamer erzählt die Geschichte der Philosophie

      Wie es anfing - Thales, Heraklit, Platon, Aristoteles     Hellenismus und Weltbürgertum - Epikur, die Stoa und Plotin         Moral u...