10 Μαρτίου, 2023

Οι αρχαιολογικοί θησαυροί της Θεσσαλονίκης


 

Η πόλις της Θεσσαλονίκης αποκαλύπτει ημέραν με την ημέραν τον αρχαιολογικόν πλούτον της. Εν’ακόμη αρχαιολογικόν εύρημα ήλθε χθες εις φως κατά την εκσκαφήν θεμελίων δια την ανέγερσιν πολυκατοκίας εις οικόπεδον ευρισκόμενον εις την γωνίαν των οδών Διοικητηρίου και Ελένης Σβορώνου.

 


Πρόκειται περί μιας ωραιοτάτης μαρμάρινης κεφαλής ολίγον μεγαλυτέρας του φυσικού μεγέθους, η οποία διατηρείται εις πολύ καλήν κατάστασιν και θα ανήκε πιθανώς είς ναόν Αιγυπτίας θεότητος ευρισκόμενον κατά την αρχαιότητα εις την ανωτέρω περιοχήν.

 

Και άλλα ευρήματα ήλθον στο φως παρά την πλατείαν Ναυαρίνου

 

Η ανακάλυψις του εν λόγω καλλιτεχνήματος οφείλεται κατά μέγα λόγον εις τον κ.Νικ.Παπασταύρου, έμπορον της πόλεως μας, ο οποίος, γνωρίζων ότι εις την αρχήν της οδού Διοικητηρίου υπάρχουν τέσσαρες αρχαίοι τάφοι,μετέβαινε καθημερινώς εις το οικόπεδον όπου θα ανεγερθεί η πολυκατοικία και συνίστα εις τους εργάτας να είναι προσεκτικοί, επέβλεπε δε και ο ίδιος τας εργασίας τους. Η ανευρεθείσα κεφαλή θα παραδοθεί σήμερον εις την αρχαιολογικήν υπηρεσίαν η οποία ειδοποιήθει σχετικώς και η οποία θα καθορίσει επακριβώς την εποχή εις την οποίον ανήκει το καλλιτέχνημα.

 

 

ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ

 

Εξ’ άλλου μεταφέρθησαν ήδη εις το μουσείον Θεσσαλονίκης εν τεμάχιον θαυμασίου μωσαϊκού και δύο κίονες, ανευρεθέντα μετά των άλλων σπουδαίων ευρημάτων εις το οικόπεδον της οδού Ισαύρων παρά την πλατείαν Ναυαρίνου. Εν τω μεταξύ αι ανασκαφαί συνεχίζονται δια να έλθουν τελείως εις την επιφάνειαν τρία κτίσματα και δύο μεγάλαι μαρμάριναι πλάκες ώστε να δυνηθούν οι επιστήμονες να εξακριβώσουν ποίαν σχέσιν έχουν ταύτα με το Οκτάγωνον του Γαλερίου το οποίον απέχει από της οδού Ισαύρων περί τα τεσσαράκοντα μέτρα. Εντός των ημερών θα φωτογραφηθεί υπό των αρχαιολόγων το ανασκαφέν οικόπεδον εις το οποίον ανευρέθησαν το περίφημον υπέρθυρον και τεμάχιον μωσαϊκού, οι κίονες, κτίσματα και διάφορα τεμάχια από αγάλματα.

 

Μακεδονία,28 Φεβρουαρίου 1957

09 Μαρτίου, 2023

Ο αρχαιολόγος που «ανέτρεψε» την ιστορία της Μακεδονίας


 

Μιχάλης Α. Τιβέριος

 

Στη σημερινή (05.01.2019 ) εορταστική του έκδοση «Το Βήμα» τιμά και συγχρόνως υπενθυμίζει στο αναγνωστικό του κοινό τους ξεχωριστούς εκείνους Έλληνες για τους οποίους η επερχόμενη χρονιά σηματοδοτεί έναν αιώνα από τη γέννησή τους. Ένας από αυτούς είναι και ο Μανόλης Ανδρόνικος που γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1919 στην Προύσα της Μικράς Ασίας από πατέρα καταγόμενο από τη Σάμο και μητέρα από την Ίμβρο.

 

Η συγκυρία αυτή τον έκανε να αισθάνεται Αιγαιοπελαγίτης, αν και ο τόπος με τον οποίο δέθηκε άρρηκτα είναι, χωρίς αμφιβολία, η Θεσσαλονίκη. Την πρωτογνώρισε σε ηλικία περίπου τριών χρόνων, όταν η οικογένειά του, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, εγκαταστάθηκε σε μια προσφυγική γειτονιά στα δυτικά της πόλης. Από τότε και έως τον θάνατό του (30.3.1992) δεν εγκατέλειψε ποτέ τη Θεσσαλονίκη, στα πολιτιστικά τεκταινόμενα της οποίας συμμετείχε μάλιστα ενεργά. Από το Πανεπιστήμιό της αποφοίτησε (1940), στο ίδιο Πανεπιστήμιο εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή (1952) και την υφηγεσία (1957), στο Πανεπιστήμιο αυτό έγινε καθηγητής (1961), για να παραιτηθεί πρόωρα (1983) θέλοντας να αφιερωθεί απερίσκεπτα στη μελέτη και δημοσίευση των συναρπαστικών του ευρημάτων στη Βεργίνα.

 

Το μεγαλύτερο κενό απουσίας του από την πόλη παρατηρείται στα χρόνια της Κατοχής. Για τον νεαρό πτυχιούχο της Φιλοσοφικής Σχολής ήταν αβάσταχτη η χιτλερική κατοχή. Έτσι το 1941 σκοπίμως επιλέγει να διδάξει στο Γυμνάσιο του ακριτικού Διδυμοτείχου, με απώτερο στόχο να περάσει τα ελληνοτουρκικά σύνορα, πράγμα που το κατορθώνει την αμέσως επόμενη χρονιά. Κατατάσσεται στον ελληνικό στρατό της Μέσης Ανατολής λαμβάνοντας μέρος ως λοχίας σε στρατιωτικές επιχειρήσεις. Επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη το 1945 και αφού περνά σύντομα από την ιδιωτική εκπαίδευση, διορίζεται το 1949 επιμελητής αρχαιοτήτων στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. (Την ίδια χρονιά παντρεύεται τη φιλόλογο Ολυμπία Κακουλίδου.)

 

Γνήσια ηθική προσωπικότητα

 

Ο Μανόλης Ανδρόνικος υπήρξε ξεχωριστός αρχαιολόγος, εξαίρετος δάσκαλος, μια σημαντική πνευματική μορφή του τόπου, μια γνήσια φιλελεύθερη και ηθική προσωπικότητα. Είχε την τύχη να μαθητεύσει κοντά σε δύο σπουδαίους δασκάλους, τον Κωνσταντίνο Ρωμαίο στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και τον Sir John Beazley στην Οξφόρδη (1954-55), προς τους οποίους έτρεφε απεριόριστο σεβασμό και βαθιά εκτίμηση.

 

Όπως έλεγε, και οι δυο τους ήταν κάτοχοι «μιας αληθινής σοφίας».Επιπροσθέτως η σχέση του με τον Ρωμαίο ήταν εκείνη που τον έφερε, ήδη από τα φοιτητικά του χρόνια, στη Βεργίνα, έναν αρχαιολογικό χώρο που, τέσσερις δεκαετίες αργότερα με τα συγκλονιστικά του ευρήματα θα τον κάνει γνωστό σε όλη την υφήλιο. Με τις ανασκαφές του αυτές και τις σχετικές δημοσιεύσεις του, οι γνώσεις μας για την αρχαία Μακεδονία εμπλουτίστηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό και είχαν ως συνέπεια, εκτός των άλλων, να επιβεβαιωθεί τελεσίδικα και η ελληνικότητα των αρχαίων Μακεδόνων. Ο Nicolas Hammond, ένας βαθύς γνώστης της ιστορίας της Μακεδονίας, είπε για αυτόν: «Ήταν εξαιρετικός ανασκαφέας, μελετητής… που ανέτρεψε άρδην την αντίληψή μας για την αρχαία Μακεδονία σε τέτοιον βαθμό που ποτέ δεν θα υπάρξει όμοιός του».

 

Η τότε πολιτική ηγεσία του τόπου, με σύνεση, έδρασε αποτελεσματικά και με διακριτικότητα. Εκτός από την οικονομική στήριξη που έδωσε στον πανεπιστημιακό ανασκαφέα, του παρέσχε και ασπίδα προστασίας από ποικίλα… οίκοθεν κτυπήματα (…μεσαιωνικές γαρ και με ποικίλες αγκυλώσεις οι δομές των αρχαιολογικών πραγμάτων του τόπου). Έκρινε επίσης σωστά ότι με τα αβίαστα πορίσματα των ανασκαφών αυτών είναι δυνατόν να κερδηθεί ένα τουλάχιστον μέρος του χαμένου, εξαιτίας εσφαλμένων πολιτικών, εδάφους σε ό,τι αφορά τη διεθνή προβολή του «μακεδονικού ζητήματος». Την έως τότε ελληνική πολιτική πάνω στο μείζον αυτό θέμα την αποδίδει, σε γενικές γραμμές, η φράση: «Για εμάς δεν υφίσταται μακεδονικό ζήτημα». Ουσιαστικά επρόκειτο για μια αδρανή πολιτική, αφού δεν προέβλεπε δράσεις ικανές να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την προπαγάνδα των σκοπιανών γειτόνων μας, που για πολλά χρόνια τη διοχέτευαν, σχεδόν μονοπωλιακά θα έλεγα, στον Καναδά, στην Αυστραλία και σε άλλα μέρη.

 

Γοητευτικός δάσκαλος

 

Το σύνολο των ερευνητικών εργασιών του Ανδρόνικου που αναφέρεται στη Βεργίνα, όπως και το υπόλοιπο επιστημονικό συγγραφικό του έργο – σημαντικό, καθώς αναφέρεται σε διάφορους τομείς του αρχαίου κόσμου -, χαρακτηρίζεται από καθαρή σκέψη και αυστηρή μέθοδο. Σε αυτό εύκολα διαπιστώνει ο ειδικός τα όρια ανάμεσα στις ατεκμηρίωτες υποθέσεις και στα συμπεράσματα που συνάγονται βάσει των δεδομένων. Ορισμένα έργα του, όπως το Totenkult(Λατρεία νεκρών) στη σειρά «Archaeologia Homerica» (Ομηρική Αρχαιολογία), που κυκλοφόρησε το 1968, συγκαταλέγεται ανάμεσα στα «κλασικά» έργα των αρχαιογνωστικών σπουδών.

 

Ως δάσκαλος ήταν γοητευτικός και σαγήνευε το ακροατήριό του με την αμεσότητα και την απλότητα του λόγου του που δεν χρησιμοποιούσε στομφώδεις εκφράσεις. Δεν έδινε έμφαση στην απαρίθμηση γεγονότων και χρονολογιών και συχνά εμπλούτιζε τη διδασκαλία του με αναφορές στη σύγχρονη εποχή.

 

Γνήσια πνευματικός άνθρωπος είχε περίσσια γνώση την οποία αντλούσε και από άλλες ανθρωπιστικές επιστήμες, όπως π.χ. τη λογοτεχνία και ειδικότερα την ποίηση (αγαπούσε ιδιαίτερα τον Παλαμά, τον Σεφέρη και τον Ελύτη), αλλά και την τέχνη. Όταν κλήθηκε να διδάξει μαθήματα Ιστορίας της Τέχνης στους φοιτητές της Φιλοσοφικής και της Αρχιτεκτονικής Σχολής του ΑΠΘ, το έκανε με ξεχωριστή επιτυχία. Καλλιέργησε με συνέπεια τις ανθρωπιστικές σπουδές, συνδυάζοντας την οξεία ματιά του ειδικού με το ευρύ πνεύμα του διανοουμένου, ενώ ως ενεργός πολίτης που αγωνιζόταν για το καλό της χώρας του παρακολουθούσε εκ του σύνεγγυς τα πολιτικά, εκπαιδευτικά, πολιτιστικά τεκταινόμενα του τόπου παρεμβαίνοντας συχνά σε αυτά και με τις επιφυλλίδες του στο «Βήμα».

 

Η μεγάλη μέρα τα δικά του λόγια

«Αν σήµερα αποφασίζω να σχεδιάσω από µνήµης αυτή την ιστορία, είναι γιατί καταλαβαίνω πως αξίζει τον κόπο να αναλογιστώ κι εγώ ο ίδιος τον δρόμο που έκανα και να δώσω στους άλλους τις πληροφορίες που θεωρούν χρήσιμες.

 

Πήρα το τσαπάκι της ανασκαφής, που έχω µαζί µου από το 1952, έσκυψα στον λάκκο και άρχισα να σκάβω µε πείσµα και αγωνία το χώµα κάτω από το κλειδί της καμάρας. Ολόγυρα ήταν μαζεμένοι οι συνεργάτες μου. Συνέχισα το σκάψιμο και σε λίγο ήμουν βέβαιος. Η πέτρα του δυτικού τοίχου ήταν στη θέση της, απείραχτη, στέρια. Είναι ασύλητος! Είναι κλειστός! Ημουν ευτυχισμένος βαθιά. Είχα λοιπόν βρει τον πρώτο ασύλητο µακεδονικό τάφο. Εκείνη τη στιγμή δεν ενδιαφερόμουν για τίποτε άλλο…

 

Οπωσδήποτε, συλλογιζόµουν, µέσα στη σαρκοφάγο πρέπει να κρύβεται μια ωραία έκπληξη. Η μόνη δυσκολία που συναντήσαμε ήταν πως την ώρα που ανασηκώναμε το κάλυμμα, είδαμε καθαρά πια το περιεχόμενο και έπρεπε να μπορέσουμε να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας και να συνεχίσουμε τη δουλειά μας, μόλο που τα μάτια μας είχαν θαμπωθεί απ’ αυτό που βλέπαμε και η καρδιά μας πήγαινε να σπάσει από συγκίνηση. Μέσα στη σαρκοφάγο υπήρχε μια ολόχρυση λάρνακα.

 

(Μανόλης Ανδρόνικος, «Το χρονικό της Βεργίνας», έκδοση Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, 1997)

 

Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι ακαδημαϊκός, ομότιμος καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

National Geographic : Οι Αλεξάνδρειες


 

Όλες οι πόλεις τις οποίες έχτισε ο Αλέξανδρος αποτελούσαν μέρος στρατηγικού σχεδίου, που στόχο είχε την ανάμειξη του πληθυσμού και τον εξελληνισμό των κατακτημένων περιοχών. Εκτός από την ίδρυση αυτών των πόλεων, μια σειρά από οχυρώσεις και άλλου είδους έργα κατασκευάστηκαν με σκοπό να υποβοηθήσουν την αύξηση της παραγωγής, τη δημιουργία χερσαίων και υδάτινων εμπορικών δρόμων, και τη διατήρηση της ηρεμίας στις κατακτημένες περιοχές. Η πρώτη Αλεξάνδρεια που ιδρύθηκε, και συγχρόνως η πιο φημισμένη από όλες, ήταν η Αλεξάνδρεια η εν Αιγύπτω ( 331 π.Χ.). Ο Αλέξανδρος αντιλήφθηκε την αναγκαιότητα για την ίδρυση μιας πόλης στο Δέλτα του Νείλου που θα έδινε στις μεσόγειες πόλεις της Αιγύπτου μια διέξοδο στη θάλασσα, με πρόσθετο σκοπό η καινούργια πόλη να αντικαταστήσει στην οικονομική ζώνη της ανατολικής Μεσογείου την Τύρο της Φοινίκης.

 

Ο Αλέξανδρος επέλεξε ο ίδιος το σημείο στο οποίο θα χτιζόταν η πόλη, ενώ επέβλεψε και τη σχεδίαση της. Η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπως ακριβώς την οραματίστηκε ο Αλέξανδρος, εξελίχτηκε σε σημαντικότατο λιμάνι και μεγάλο εμπορικό σταθμό, ενώ σύντομα αναδείχθηκε σε λίκνο του ελληνικού πολιτισμού.

 

Στα χρόνια του Αλέξανδρου αλλά και λίγο αργότερα εμφανίστηκαν και άλλες πόλεις με το όνομα Αλεξάνδρεια. Οι ιστορικές πηγές της εποχής είναι πολύ φτωχές σε πληροφορίες γι’ αυτές τις πόλεις. Τα περισσότερα στοιχεία τα αντλούμε από μεταγενέστερους συγγραφείς, περιηγητές, ιστορικούς και γεωγράφους, που όμως δεν συμφωνούν ούτε ως προς τον αριθμό των πόλεων ούτε ως προς τη θέση στην οποία κατασκευάστηκαν, και σε ορισμένες περιπτώσεις ούτε ως προς την ύπαρξη τους. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι πληροφορίες για τις πόλεις συμφύρονται με μύθους και ιστορίες των λαών της Ανατολής. Το πιθανότερο, πάντως, είναι ότι ο Αλέξανδρος δεν ίδρυσε καμία άλλη Αλεξάνδρεια πριν από τη μάχη στα Γαυγάμηλα, το 331 π.Χ.

 

Ακολουθεί μια παρουσίαση των πόλεων για τις οποίες υπάρχει κάποια ιστορική και, σε ορισμένες περιπτώσεις, αρχαιολογική τεκμηρίωση σχετικά με την ύπαρξή τους. Στη συνέχεια παραθέτουμε τις πόλεις με το όνομα Αλεξάνδρεια, που είτε ιδρύθηκαν μετά το θάνατο του μεγάλου στρατηλάτη είτε οι σχετικές με την ύπαρξη τους πληροφορίες ελέγχονται ως μάλλον ανακριβείς.

 

 

 

1. Αλεξάνδρεια η εν Αρείοις

 

Ιδρύθηκε στη διάρκεια του έτους 330 π.Χ., όταν ο Αλέξανδρος εισέδυσε στην περσική σατραπεία Αρεία ή Αρία ( σημερινό Αφγανιστάν). Βρισκόταν κοντά στην πρωτεύουσα της επαρχίας, Αρτακόανα, που ταυτίζεται με τη σημερινή πόλη Χεράτ. Πιθανολογείται πως ερείπια της βρίσκονται κάτω από τη μεσαιωνική ακρόπολη της σύγχρονης πόλης.

 

 2. Αλεξάνδρεια η Προφθασία

 

Ιδρύθηκε το 330 π.Χ. στη Δραγγιανή, νότια της Φράδα ( σημερινό Φαράχ του Αφγανιστάν). Τοποθετείται βόρεια του ποταμού Ετύμανδρου (σημερινός Χέλμαντ). Η ίδρυση της δεν είναι επαρκώς στοιχειοθετημένη.

 

 3. Αλεξάνδρεια η εν Αραχωσία

 

Ο Αλέξανδρος από την Αρεία κινήθηκε προς τη Δραγγιανή ( περιοχή ανάμεσα στο σημερινό Ιράν και Αφγανιστάν) και στη συνέχεια έφτασε στην Αραχωσία, πλησιάζοντας προς τους πρόποδες του Ινδικού Καυκάσου (Χίντου Κους). Εκεί ίδρυσε την Αλεξάνδρεια στην Αραχωσία, το χειμώνα του 330-329 π.Χ. Ο Αρριανός δεν αναφέρει πουθενά στοιχεία για την ακριβή τοποθεσία της πόλης και τον τρόπο εποικισμού της. Πολλοί ερευνητές την ταυτίζουν με τη σημερινή πόλη του Αφγανιστάν Κανταχάρ.

 

 4. Αλεξάνδρεια η Εσχάτη ή παρά τον Ιαξάρτην

 

Αφού ο Αλέξανδρος διέσχισε την οροσειρά του Ινδικού Καυκάσου, έφτασε στη Σογδιανή και στην πόλη Μαρακάντα ( σημερινή Σαμαρκάνδη του Ουζμπεκιστάν). Από εκεί συνέχισε βορειοανατολικά και, όταν έφτασε στον Ιαξάρτη ποταμό, αμυντικοί λόγοι τον ανάγκασαν να ιδρύσει μια πόλη, το 329 π.Χ., την οποία εποίκισε με ντόπιους και Έλληνες μισθοφόρους που είχε μαζί του. Είναι πολύ πιθανό μετά το θάνατό του η πόλη να άλλαξε όνομα από τον επόμενο κυρίαρχο της, τον Σέλευκο το Νικάτορα. Η πόλη βρίσκεται πολύ κοντά στην πόλη του Τατζικιστάν Χουντζάντ (πρώην Λενιμπάντ).

 

 5. Αλεξάνδρεια η επί του Καυκάσου

 

Το καλοκαίρι του 327 π.Χ. ο Αλέξανδρος έφυγε από τη Σογδιανή και εισήλθε στη Βακτριανή , κινούμενος προς νότο, και στην Ινδία. Στην περιοχή των Παροπαμισάδων ίδρυσε μια νέα Αλεξάνδρεια, την επί Καυκάσου. Την εποίκισε με ντόπιους κατοίκους και βοηθητικό στρατιωτικό προσωπικό. Η πόλη βρίσκεται πολύ κοντά στη σημερινή πόλη Μπαγκράμ του Αφγανιστάν.

 

 6 και 7. Αλεξάνδρεια Νίκαια και Αλεξάνδρεια Βουκέφαλος

 

Μετά τη νίκη του στον ποταμό Υδάσπη ( σημερινός Γχέλουμ στο Πακιστάν, παραπόταμος του Ινδού), το καλοκαίρι του 326 π.Χ., ο Αλέξανδρος ίδρυσε δύο νέες πόλεις, μία στην αριστερή όχθη του ποταμού, τη Νίκαια, και μία στη δεξιά, τη Βουκέφαλο(σημερινό Γχέλουμ). Την επίβλεψη της ανέγερσης των δύο αυτών πόλεων την είχε ο Κρατερός. Οι δύο πόλεις λόγω των μουσώνων χρειάστηκαν γρήγορες επισκευές.

 

 8. Αλεξάνδρεια η παρά τον Ακεσίνην ποταμόν ή παρά τον Ινδόν

 

Γνωρίζουμε ότι ο Αλέξανδρος ίδρυσε, το 325 π.Χ., μια πόλη κοντά στον ποταμό Ακεσίνη (σημερινός Χενάμπ του Πακιστάν). Την επίβλεψη της ανέγερσης είχε ο Ηφαιστίωνας. Δεν γνωρίζουμε όμως το όνομα που της δόθηκε. Ο Αλέξανδρος εγκατέστησε στην πόλη κυρίως ντόπιους, αλλά και αρκετούς μισθοφόρους που δεν επιθυμούσαν να συνεχίσουν. Ίσως τελικά η πόλη αυτή να ταυτίζεται με εκείνη που αναφέρει ο Διόδωρος και όχι ο Αρριανός, η οποία χτίστηκε στη συμβολή του ποταμού Ακεσίνη με τον Ινδό και είχε 10.000 κατοίκους. Την πόλη αυτή μερικοί την ταυτίζουν με την σημερινή πόλη Ουτς Σαρίφ του Πακιστάν.

 

 8. Αλεξάνδρεια η Ωπιανή

 

Ο Αλέξανδρος ανέθεσε, το 326/325 π.Χ. στον Κρατερό να οχυρώσει την πρωτεύουσα των Μουσικανών. Στη συνέχεια τοποθέτησε φρουρά και μετονόμασε(;) την πόλη σε Αλεξάνδρεια.

 

 9. Αλεξάνδρεια Ραμπάκια

 

Την άνοιξη του 325 π.Χ. εισέβαλε στη χώρα των Ωρειτών. Εκεί ανακατασκεύασε την πρωτεύουσά τους, Ραμπάκια. Την επίβλεψη μάλιστα του έργου την ανέθεσε στον Ηφαιστίωνα και μετονόμασε την πόλη σε Αλεξάνδρεια. Σήμερα η περιοχή ονομάζεται Μπέλα και βρίσκεται στο Μπαλουχιστάν.

 

 10. Αλεξάνδρεια η εν Καρμανία

 

Ιδρύθηκε το 325 π.Χ. και τοποθετείται στο σημερινό Ιράν, στην περιφέρεια Κερμάν.

 

 11. Αλεξάνδρεια η εν Σουσιανή

 

Για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της άρδρευσης τω περιοχών κοντά στον ποταμό Ευφράτη και των ελών της αραβικής περιοχής, έχτισε ανάμεσα στις εκβολές του Ευφράτη και του Τίγρη , το 324 π.Χ., την τελευταία Αλεξάνδρεια. Αργότερα μετονομάστηκε σε Σελεύκεια η προς Ελαιώ, πόλη που παρέμεινε στο προσκήνιο μέχρι την εποχή των Σασσανιδών.

 

Εκτός από τις παραπάνω πόλεις υπάρχει μια πλειάδα άλλων πόλεων με το όνομα Αλεξάνδρεια, των οποίων η ύπαρξη δεν τεκμηριώνεται επαρκώς ή οι πληροφορίες για αυτές είναι συγκεχυμένες. Μερικές από τις πιο γνωστές ήταν οι ακόλουθες:

 

  •     Αλεξάνδρεια στη Μακεδονία ή στη Θράκη ( η κατά Μέλανα κόλπο). Αναφέρεται ότι την έχτισε ο Αλέξανδρος το 342 π.Χ., χωρίς όμως να υπάρχει καμία απόδειξη γι’αυτό. Αν δεν πρόκειται για μια αντανάκλαση της ίδρυσης των Φιλίππων, πιθανόν να είναι η πόλη που αναφέρει ο Πλούταρχος ότι ίδρυσε ο Αλέξανδρος στη Θράκη με το όνομα Αλεξανδρούπολη( καμία σχέση με τη σημερινή πόλη).

 

  •      Αλεξάνδρεια η εν Γρανικώ – Αλεξάνδρεια η Τρωάς.

 

  •       Αλεξάνδρεια η παρά την Ισσόν ή της Κιλικίας. Η πόλη αυτή μας είναι γνωστή από τον Στράβωνα. Πιθανόν να πρόκειται για μετονομασία πόλης ή για πόλη που ξαναχτίστηκε στους ελληνιστικούς χρόνους για να θυμίζει τη μεγάλη μάχη. Σήμερα είναι γνωστή με το όνομα Αλεξανδρέττα ή Ισκεντερούν.

 

  •     Αλεξάνδρεια η επί του Ώξου ή Ωξειανή. Χτίστηκε στη συμβολή του ποταμού Ώξου και του ποταμού Κόκχα. Ίσως ταυτίζεται με τη σημερινή πόλη του Ουζμπεκιστάν Καρσί.

 

Τέλος, οι παρακάτω πόλεις δεν είναι σίγουρο ότι κάποτε ονομάζονταν «Αλεξάνδρεια». Πρόκειται για πόλεις οι οποίες στους ελληνιστικούς χρόνους ονομάζονταν είτε «Αντιόχεια» είτε «Σελεύκεια» :

 

  •     Αλεξάνδρεια η Μαργιανή (σημερινό Τουρκμενιστάν). Ιδρύθηκε μάλλον από τους Σελευκίδες με το όνομα Αντιόχεια.

 

  •     Αλεξάνδρεια η προς Πέρσας. Ίσως είναι η Αντιόχεια της Περσίδος. Υπήρχε σίγουρα πριν από το τέλος του 3ου αιώνα π.Χ. κοντά στο σημερινό Μπουσίρ.     

 

  • Αλεξάνδρεια επί του ποταμού Τίγρη. Έχει ταυτοποιηθεί με τη Σελεύκεια του ποταμού Τίγρη. Ιδρύθηκε σίγουρα από τους Σελευκίδες.

 

  • Αλεξάνδρεια η εν Σκύθαις. Ιδρύθηκε κοντά στον ποταμό Ιαξάρτη, πιθανόν ανάμεσα στο 290 και το 280 π.Χ.

 

  • Αλεξάνδρεια της Μεσοποταμίας.

 

  •     Αλεξάνδρεια η προς Λάτμον.

 

  Ιούλιος 2013

 

 

Hans-Georg Gadamer erzählt die Geschichte der Philosophie

      Wie es anfing - Thales, Heraklit, Platon, Aristoteles     Hellenismus und Weltbürgertum - Epikur, die Stoa und Plotin         Moral u...