A sense of
awe in the face of death, the splendours of regal glory, the emotions stirred
by the tragic finale of the royal house of the Temenides, are all associated
with the site of the royal tombs at Aigai. This conception dictated the
scenario; the basic settings were guided by the principle that only the ancient
artifacts should be lit up and warm in a dark neutral setting.
The visitor
descending into the underground area of the tombs begins his tour with a
reconstruction of the Great Mound, the monument that originally marked the site
of the Royal Tombs and which no longer exists.
Next are
grave stelai and finds from tombs of ordinary Macedonian citizens, who after
their death became neighbours of the king, and whose presence provides a
yardstick of comparison.
The ruined
3rd c. BC tomb, the collapsed heroon, cult place of the kings, the fascination
and sorrow inspired by Persephone's abduction prepare the visitor as he
approaches the dead king.
Philip now
takes the stage. His splendid weapons vividly convey the feeling of the ruler's
power. The pile remains of the funerary pyre, found scattered all-over the
tomb, are reminders of the tragic holocaust and at the same time an allusion to
his passing into another dimension. Next comes the gold coffin (larnax) that
contained the bones of the heroozed King Philip II, and the oak crown worn by
the dead man. The Gold Larnax it is made of 7,820 gr. of hammered pure gold.
Its lid is decorated with a 16 - rayed star symbol and two rosettes, the inner
of which is filled with blue enamel. On the sides relief palmettes and lotus
buds frame five enameled rosettes. The feet are decorated with rosettes and end
in lion-paws. The gold oak crown is the heaviest and most impressive wreath
surviving from Greek antiquity. It has 313 leaves and 68 acorns and weighs 714 gr.
The
exhibition is dedicated to the memory of Professor Manolis Andronikos, the
archaeologist who brought the treasures to light and had the knowledge and
perceptiveness to recognise them for what they were.
©
Museum of
the Royal Tombs of Aigai – Vergina
Με την αποκάλυψη των βασιλικών τάφων των Αιγών, το 1977,
άρχισε αμέσως η συντήρηση των περίφημων τοιχογραφιών που τους διακοσμούσαν.
Παράλληλα, δημιουργήθηκε επιτόπου εργαστήριο συντήρησης για την διάσωση και
αποκατάσταση των εξαιρετικά σημαντικών κινητών ευρημάτων που περιείχαν. Για την
προστασία των βασιλικών τάφων κατασκευάστηκε το 1993 υπόγειο κτίριο που
εγκιβωτίζει και προστατεύει τα αρχαία μνημεία, διατηρώντας σταθερές τις
συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας, πράγμα απαραίτητο για την διάσωση των
τοιχογραφιών.
Το κτίσμα αυτό εξωτερικά έχει τη μορφή χωμάτινου τύμβου, ενώ
στο εσωτερικό του εκτίθενται από το Νοέμβριο του 1997 οι θησαυροί που βρέθηκαν
μέσα στους βασιλικούς τάφους.
Υπηρετώντας το ουτοπικό όνειρο της "αιώνιας"
διατήρησης, η σύγχρονη τεχνολογία επιστρατεύεται για να σταματήσει τη φυσική
διαδικασία της φθοράς. Το αρχαίο αντικείμενο καθαρίζεται, συντηρείται,
"αποκαθίσταται" και εκτίθεται στο κοινό αποξενωμένο από την πρωτογενή
λειτουργία του. Ό,τι "πέθανε" και θάφτηκε, ακολουθώντας το νεκρό στον
τάφο του, μπορεί ίσως να επιστρέψει κάποτε ξανά στο φως, όμως ποτέ πια δε θα
είναι αυτό που ήταν.
Ο τρόπος έκθεσης οφείλει να σέβεται τη μορφή και το
χαρακτήρα του, ωστόσο δεν μπορεί παρά να εκφράζει την αισθητική των συγχρόνων
στις ιδεολογικές ανάγκες των οποίων απευθύνεται. Με γνώμονα αυτές τις σκέψεις
επιλέχθηκαν για την έκθεση φόρμες αυστηρά λιτές, διαχρονικά γεωμετρικές και
υλικά μοντέρνα και ουδέτερα που ανταποκρίνονται στις πιο αυστηρές προδιαγραφές
συντήρησης: μέταλλο, κρύσταλλο, θαμπό αλουμίνιο, συνθετικό γυαλί.
Χρησιμοποιήθηκε ό,τι καλύτερο διαθέτει η σύγχρονη διεθνής τεχνολογία στον τομέα
της μουσειογραφίας, μετάλλινες, στεγανές, αυτόνομα κλιματιζόμενες προθήκες,
κρυστάλλινες οπτικές ίνες, μετάλλινα, ηχοαπορροφητικά πετάσματα, πολλαπλά
ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου, ώστε να εξασφαλίσουμε τις καλύτερες δυνατές
συνθήκες προστασίας και διαρκούς συντήρησης για τα ευρήματα, χωρίς ωστόσο να
θυσιάσουμε την ατμοσφαιρικότητα που έπρεπε να έχει αυτή η έκθεση που θέλει να
απευθύνεται όχι μόνο στη λογική αλλά και στο συναίσθημα.
Παίρνοντας ως αξίωμα την ιδέα ότι ο θάνατος, το παρελθόν, το
χώμα και η λήθη είναι σκιά και απουσία χρώματος, ενώ η ζωή και η μνήμη είναι
φως και χρώμα, οι εμπνευστές αυτής της έκθεσης δημιούργησαν έναν κόσμο σκιών,
όπου πάμφωτα και θερμά βασιλεύουν τα αρχαία αντικείμενα και όπου, εκτός από τα
μνημεία, το μόνο χρώμα είναι η πορφύρα, υπαινιγμός του αίματος των βασιλικών
νεκρών. Το σκοτάδι που βασιλεύει στο χώρο γεννά δέος, κάνει τις φωνές να
γίνονται ψίθυροι και υποβάλλει την ατμόσφαιρα της χώρας των νεκρών, όπου ο
επισκέπτης πλανιέται ξετυλίγοντας το κουβάρι της μνήμης.
Συντάκτης
Αγγελική
Κοτταρίδη